Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2011

Απειλείται η ελληνική γλώσσα από τη γλώσσα των νέων;

Η ελληνική γλώσσα είναι μια γλώσσα ξεχωριστή, ανάμεσα στις άλλες γλώσσες του κόσμου με μακρόχρονη ιστορία, η οποία εξελίχθηκε στο πέρασμα των αιώνων. Κατά την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους και μετά από αρκετές γλωσσικές διαφοροποιήσεις υιοθετήθηκε η κοινή νεοελληνική γλώσσα.
Στη Νεοελληνική διαπιστώνουμε περιπτώσεις κοινωνικών διαλέκτων. Μία ακραία περίπτωση κοινωνικής διαλέκτου είναι και η γλώσσα της νεολαίας της οποίας τα χαρακτηριστικά είναι:
α) υιοθέτηση λέξεων από ακραία περιθωριακά ιδιώματα, όπως η γλώσσα που ομιλείται από τους μάγκες, η αργκό π.χ. υιοθετούν εκφράσεις όπως τη βρίσκω (από τη γλώσσα των τοξικομανών) ή τη χρήση ελληνικών λέξεων με διαφορετική σημασία για σαρκασμό και ειρωνεία, π.χ. καλή φάση φίλε. Λέξεις που λειτουργούν ως σύμβολα αλληλεγγύης και σημεία αναγνώρισης των μελών μεταξύ τους, καθώς και διαφοροποίησης τους από την υπόλοιπη κοινωνία, πράγμα που δυναμώνει τη συνοχή της ομάδας. Επίσης, λειτουργούν ως σύμβολα αμφισβήτησης των αξιών της ευρύτερης κοινωνίας, θέλοντας με τον τρόπο αυτό να δείξουν ότι η κοινωνία δεν τους στηρίζει και τους έχει περιθωριοποιήσει.
β)χρήση ξένων λέξεων που δείχνουν την επίδραση της Αγγλικής και αλληλεγγύη προς μια διεθνή νεολαία, πχ. κουλάρω.
Τα προϊόντα στο γλωσσικό επίπεδο (λέξεις αγγλικές, γαλλικές, κ.λπ.), λόγω των επαφών με άλλους λαούς, ονομάζονται δάνεια και περνούν στη Νεοελληνική μέσω των δίγλωσσων ομιλητών. Τα δάνεια με την είσοδο τους στη Νεοελληνική υφίστανται κάποιου είδους προσαρμογή, δηλαδή αφομοιώνονται στο νεοελληνικό σύστημα, πράγμα που δεν σχετίζεται άμεσα με την τελική υιοθέτησή τους.
Η γλώσσα των νέων συχνά κρίνεται ως ποιοτικά κατώτερη και φτωχή και κατηγορείται ότι απειλεί την επιβίωση της ελληνικής. Αλλά το ιδίωμα αυτό, όπως και τα άλλα, δεν απειλεί την ελληνική γλώσσα, διότι δεν αντικαθιστά την κοινή σε όλες τις χρήσεις της. Είναι μια από τις κοινωνικές διαλέκτους και επιλογές που κάνουν τους ομιλητές, ανάλογα με την περίσταση για να μεταδώσουν, εκτός από τη σημασία των λέξεων, μήνυμα κοινωνικής και πολιτικής τοποθέτησης.
Επίσης ο δανεισμός των λέξεων, είναι ένα από τα μέσα ανανέωσης των γλωσσών, απαραίτητη ποσότητα οξυγόνου για την επιβίωση της Νεοελληνικής. Ακόμη είναι το γλωσσικό σημάδι στενών επαφών και σχέσεων Νεοελλήνων με άλλους λαούς.
Η ελληνική γλώσσα κατά των 40 αιώνων βίου της, όπως άλλωστε και άλλες γλώσσες ζωντανές ή μη, δέχτηκε με έμμεση επαφή την επίδραση άλλων γλωσσών. Αυτό όμως δεν αποδείχτηκε απειλή για την Νεοελληνική διότι, παρά τις μεταβολές στη δομή της, αυτές δεν ήταν τόσες και τέτοιες που να αλλοιώσουν τη δομική φυσιογνωμία της. Τι μεγαλύτερη τεκμηρίωση από την ‘ίδια τη γλώσσα που ομιλούμαι και γράφουμε, διαπιστώνοντας ότι αυτή είναι συνέχεια της αρχαίας ελληνικής.
Ωστόσο, τα άμεσα δάνεια της Νεοελληνικής, αν και καλύπτουν σημαντικά μικρό ποσοστό του συνολικού λεξιλογίου της και μολονότι δεν επέφεραν δομικές αλλαγές στη Νεοελληνική, επικρίνονται από τους λογίους.
Η οικουμενική επικοινωνιακή επανάσταση, που έχει κυριεύσει την εποχή μας, έχει δημιουργήσει μια νέα τάξη πραγμάτων και στην πορεία της γλώσσας. Ο εθισμός του κοινωνικού συνόλου στα νέα επικοινωνιακά συστήματα και στην πληροφορία, συντελείται μέσα από τη καθημερινότητα, τον καταναλωτισμό, την αύξουσα σημασία τη ενημέρωσης. Σήμερα τα «σωστά» ελληνικά δεν είναι απαραίτητη προϋπόθεση κοινωνικής και επαγγελματικής ανέλιξης.
Είναι φυσικά άγνωστο τι θα προκύψει στο επίπεδο της καθημερινής λαλιάς από τη νέα κατάσταση «διγλωσσίας» που διαμορφώνεται, π.χ. η χρήση των Greeklish. Από τη μία η μητρική γλώσσα, που συμβολίζει τη εθνική ταυτότητα, προσπαθεί να αντισταθεί στη λειτουργική της υποβάθμιση. Από την άλλη, η υπερεθνική αγγλοφωνία αποτελεί επαγγελματική επιτυχία και κοινωνική καταξίωση. Ίσως η βαριά παράδοση, βοηθήσει την Ελληνική να αντισταθεί αποτελεσματικά στις διαβρωτικές επενέργειες της οικουμενικής γλωσσικής αποικιοποίησης.
Ο Umberto Eco αναφέρει:«Η γλώσσα πάει εξ ορισμού εκεί που θέλει η ίδια και κανένα άνωθεν διάταγμα, είτε από την πλευρά της πολιτικής είτε από την πλευρά της Ακαδημίας, δεν μπορεί να σταματήσει την πορεία της και να την ωθήσει σε υποτιθέμενα άριστες καταστάσεις».
Η γλώσσα πάει εκεί που θέλει, αλλά είναι και ευαίσθητη. Συνεπώς για να μην απειληθεί η Νεοελληνική απαραίτητη είναι η καλλιέργεια της Νεοελληνικής, καθώς και μια πολιτική πρόσληψης είναι δυνατό να περιορίσουν το δανεισμό στις σωστές του διαστάσεις. Ακόμη οι γλωσσικές αυτές ποικιλίες, όπως η γλώσσα της νεολαίας, αξίζει να μελετηθούν, γιατί διαφωτίζουν όχι μόνο την πολλαπλότητα των εκφραστικών μέσων της γλώσσας, αλλά και την κοινωνική δομή της χώρας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1.Adrados F. Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας, Από τις Απαρχές ως τις Μέρες
μας, Αθήνα 2003.
2. Eco U. Περί λογοτεχνίας, Αθήνα 2002.
3.Κοπιδάκης Μ.Ζ. Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα 2000.
4.Μπαμπινιώτης Γ. Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα 2002.




ξηρός γιώργος

Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2011

Ευγονισμός: Οι Πολιτισμένοι Ευρωπαίοι

Στην αρχή του αιώνα ο κόσμος και οι επιστήμονες πίστευαν ότι με τις ανακαλύψεις στη βιολογία ( εξέλιξη των θηλαστικών κ.λπ.),και με τις νέες γνώσεις κα τα μέσα που παρείχε η σύγχρονη επιστήμη θα μπορούσαν να βελτιώσουν τον άνθρωπο. Και σύντομα διαδόθηκε η ευγονική που μελετούσε τις δυνατότητες τελειοποίησης του ανθρώπινου είδους. Οι ευγονιστές έλεγαν ότι δίπλα στα υγιή άτομα υπήρχαν επίσης κατώτερα όντα : οι τρελοί, οι εγκληματίες οι αλκοολικοί , οι πόρνες κ.λπ. και πως αυτοί επιβράδυναν την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους. Έτσι πρότειναν στις κυβερνήσεις να ψηφίσουν νόμους που να επιτρέπουν τον εξοστρακισμό των φορέων βιολογικών ελαττωμάτων όπως αυτών που είχαν μια εκ γενετής ή κληρονομική αντικοινωνική τάση, χάριν της προόδου του ανθρώπινου είδους. Έλεγαν πως τα άτομα που είχαν κάποιο βιολογικό ελάττωμα έπρεπε να στειρώνονται για να εξαλειφθούν οι αναπηρίες και να διατηρηθεί η ακεραιότητα του πυρήνα του κυττάρου. Για παράδειγμα ένα αλκοολικό άτομο γυναικείου φύλου ογδόντα τριών ετών θα μπορούσε να έχει 894 απογόνους εν των οποίων 67 υπότροπους εγκληματίες, 7 δολοφόνους, 181 πόρνες, 142 ζητιάνους, 490 τρελούς, σύνολο 437 αντικοινωνικά στοιχεία. Και υπολόγισαν ότι αυτά τα 437 άτομα αντικοινωνικά στοιχεία θα στοίχιζαν στο κράτος όσο θα στοίχιζε η κατασκευή 140 πολυκατοικιών προς ενοικίαση.
Τον 18ο αιώνα οι ιδέες του Johann Gottfried Herder (1744-1803)που αποτέλεσαν τη πρώτη συστηματική διατύπωση του εθνικού δόγματος( ότι κάθε έθνος, κάθε πολιτισμικά διακριτή δηλαδή κοινότητα, δικαιούται να αποτελεί και μια εξίσου διακριτή και αυτόνομη πολιτική οντότητα), περί της ποικιλομορφίας της ανθρώπινης φύσης, περί της ύπαρξης, με άλλα λόγια, μιας ποικιλίας ανθρώπινων φυλών που αναπτύσσουν διαφορετικές κουλτούρες ακριβώς επειδή διαθέτουν διαφορετικές ιδιοσυγκρασίες, αξιοποιήθηκε ακολούθως για να υποστηριχθεί η εγγενής ηθική και πνευματική ανωτερότητα της λευκής φυλής έναντι των υπολοίπων, γνωστή ως ρατσισμός.
Ο Herder στις θεωρίες του επανειλημμένα διολισθαίνει στη καθαρά ευρωκεντρική στάση και κατατάσσει τους διαφορετικούς λαούς ανάλογα με τον βαθμό εξέλιξης του πολιτισμού τους. Αυτή η ασυνέπεια δεν είναι δυσεξήγητη. Αυτός ο τρόπος κατάταξης είχε διαποτίσει ολόκληρη τη ευρωπαϊκή σκέψη για αιώνες. Ο Tylor επισημαίνει την διαίρεση της ανθρωπότητας σε αγρίους, βάρβαρους και πολιτισμένους λαούς, που συνοψίζεται με τον όρο εξελικτισμός.
Οι Διαφωτιστές είχαν ορίσει τους πολιτισμένους λαούς της Ευρώπης κομιστές πολιτισμού στους λαούς της Ασίας και της Αφρικής. Αυτή η συνείδηση της πολιτισμικής ανωτερότητας γίνεται «η λαϊκή θρησκεία της αποικιοκρατίας».
Λίγο πριν στα μέσα του 19ου αιώνα ο Δαρβίνος στο σύγγραμμα του «Η καταγωγή του ανθρώπου», υποστήριζε την ύπαρξη μιας ιεραρχίας στις φυλές, που είχε προκύψει εξελικτικά μέσω της φυσικής επιλογής. Στις κατώτερες φυλές κατέτασσε τους «άγριους» Αφρικανούς, Ινδιάνους κ.ά., και στις ανώτερες τους «πολιτισμένους» Ευρωπαίους. Το ίδιο πίστευε και για τους ανθρώπους γενικά, τους οποίους διέκρινε σε πνευματικά ανώτερους και κατώτερους, υποστηρίζοντας ότι τα μέλη του ενός και του άλλου φύλου θα έπρεπε να αποφεύγουν να παντρεύονται σε περίπτωση κατωτερότητας, σωματικής ή πνευματικής. Η «επιβίωση του ικανότερου» είναι ιδέα του Η. Spencer, που θα συνδέσει τον Κοινωνικό Δαρβινισμό με την οικονομική και πολιτική ασυδοσία, με τις ρατσιστικές ιδέες και τον Ευγονισμό . Ο τελευταίος ως δόγμα θεμελιώθηκε από τον ξάδερφο του Δαρβίνου, F. Galton, προκειμένου να βελτιωθεί η «βρετανική φυλή» μέσω αποθάρρυνσης της αναπαραγωγής των λιγότερο ικανών και με χαμηλή ευφυΐα.
Ο εθνικιστικός πυρετός του 19ου αι., άλλωστε, με την έμφαση που έδωσε στην πολιτισμική ιδιαιτερότητα των άλλων, συνέβαλε καταλυτικά στην καθιέρωση της ιδέας περί φυλής. Η ιδέα της πολιτισμικής ανωτερότητας που επέβαλλε ο εθνικιστικός ναρκισσισμός, συνδυάστηκε, έτσι συχνά με τη ιδέα της φυλετικής ανωτερότητας, η οποία υπηρέτησε την εθνική αυταρέσκεια και τον εντεινόμενο αποικιοκρατικό επεκτατισμό.
Γύρω στα 1830 ο γερμανός καθηγητής την Πολιτικών Επιστημών Friedrich Liszt υποστήριξε ότι είναι το πεπρωμένο της γερμανικής φυλής να κυβερνήσει τον κόσμο και ότι η φυλή αυτή έχει επιλεγεί από τη Θεία Πρόνοια για να εκπολιτίσει τις άγριες χώρες. Η αποικιοκρατία βρίσκει, λοιπόν, ένα ακόμα λόγο ύπαρξης και νομιμοποίησης, αφού εμφανίζεται ως η ¨θεσμοποιημένη μορφή της ιεράρχησης των φυλών» Από τότε έως και σήμερα τα πρωτεία του πολιτισμού της Ευρώπης συνδέονται συστηματικά με τα πρωτεία της λευκής φυλής.
Η υιοθέτηση των ιδεών του Liszt από τους ναζιστές είχε ως θύμα όχι μόνο τον εξωευρωπαικό αποικιοκρατούμενο κόσμο, αλλά και την ίδια την Ευρώπη.
Στη Γερμανία ο ναζισμός διεκδικούσε τη φυλετική καθαρότητα και υποστήριζε ότι οι Άριοι δεν έπρεπε πια να αναμιγνύονται με τις κατώτερες φυλές για να μην εκφυλιστεί το αίμα τους. Οι Άριοι ήταν μια δολιχοκέφαλη φυλή αναγνωρίσιμη από το λευκό δέρμα και από το κρανίο της σε σχέση μήκους-πλάτους του οποίου ήταν μικρότερη από 75 καθώς και από το δημιουργικό και ομαδικό της πνεύμα. Οι δολιχοκέφαλοι ναζί έλεγαν πως η φύση είναι άγρια και πως αν θέλουμε να επιβάλλουμε επαναστατικές ιδέες και αξίες και μια νέα πραγματική δικαιοσύνη πρέπει να ακολουθήσουμε το παράδειγμα της φύσης.
Οι ναζί επινόησαν τους θαλάμους αερίων και το Zyklin B που τους επέτρεπε να σκοτώνουν ένα σημαντικό αριθμό ανθρώπων σε περιορισμένο χρόνο για να προφυλάξουν την άρια φυλή από τον εκφυλισμό. Οι ναζί έλεγαν πως η άρια φυλή ήταν η καλύτερη ανθρώπινη φυλή που αναπτύχθηκε στον κόσμο και πως οι ίδιοι αποτελούσαν το πιο τέλειο στοιχείο ανάμεσα στις άριες φυλές επειδή ήξεραν να πολεμούν και να εμπορεύονται και να αγαπούν την καλή συντροφιά. Και πως αν η Ευρώπη βρίσκονταν σε παρακμή θα έπρεπε να την προφυλάξουν από την πλήρη αποσύνθεση διότι θα ήταν μέγα σφάλμα ν’ αφήσουν την Ευρώπη στην παρακμή που θα την οδηγούσε ως την ολοκληρωτική αποσύνθεση. Και πως θα έπρεπε να απαλλάξουν την Ευρώπη απ αυτούς που δεν πρόσφεραν τίποτε το θετικό: του Τσιγγάνους, τους Σλάβους, τους ομοφυλόφιλους, τους διανοητικά καθυστερημένους, κ.λπ., αλλά κυρίως τους Εβραίους που σκοπός τους ήταν να τη ρυπάνουν.
Αργότερα οι ναζί έκριναν ότι οι ευνουχισμοί, οι αμβλώσεις, ή οι διαμονές σε ειδικά ιδρύματα στοίχιζαν στην κοινωνία και ο καλύτερος τρόπος για να απαλλαχτεί η κοινωνία από αυτά τα αντικοινωνικά στοιχεία για την εξέλιξη του ανθρώπινου γένους ήταν η ευθανασία.
Το 1905 οι ναζί αποφάσισαν να εξορίσουν τους Εβραίους της Ευρώπης στη νήσο Μαγαδασκάρη και ενώ θα ζούσαν μεταξύ τους θα κατέληγαν σε πλήρη εκφυλισμό διότι η φύση τους είχε απορρίψει από τους κόλπους της και χωρίς τη συμβολή του άριου αίματος από το οποίο τρέφονταν η Ευρώπη, η φύση αυτή θα εξαλειφόταν από μόνη της από προσώπου γης. Εγκατέλειψαν την ιδέα αυτή ως οικονομικά ασύμφορη και αποφάσισαν άλλους τρόπους αλλά και πάλι έκριναν ότι οι ευνουχισμοί, οι αμβλώσεις, ή οι διαμονές σε ειδικά ιδρύματα στοίχιζαν στην κοινωνία και ο καλύτερος τρόπος για να απαλλαχτεί η κοινωνία από αυτά τα αντικοινωνικά στοιχεία για την εξέλιξη του ανθρώπινου γένους ήταν η ευθανασία.
Η πρώτη γενοκτονία του 20ου αιώνα έγινε στην Τουρκία το 1915 όταν η κυβέρνηση συνέλαβε και τυφεκισε προληπτικά εξακόσιες αρμένικες οικογένειες που ζούσαν στην Κωνσταντινούπολη, σκότωσε όλους τους αρμενική καταγωγής στρατιώτες και έδιωξε από τα χωριά όλους τους αρμένιους. Ανάμεσα στο 1928 και στο 1949 οι Ρώσοι εξόρισαν έξι εκατομμύρια πολίτες ύποπτης εθνικότητας: Αρμένιους Τατάρους, Λιθουανούς, Ουκρανούς Πολωνούς, Γερμανούς, Μολδαυούς Έλληνες , Κούρδους.
Ο πρώτος νόμος για τη στείρωση των κατώτερων κοινωνικών στοιχείων εκδόθηκε το 1907 στις ΗΠΑ .Επέτρεπε να στειρωθούν οι σκληροί εγκληματίες και οι διανοητικά άρρωστοι και το 1914 προστέθηκαν στη λίστα οι υπότροποι εγκληματίες και οι αλκολικοί όπως και το 1923 στο Μισούρι οι μαύροι και οι Ινδιάνοι κλεφτοκοτάδες μιας και οι λευκοί μπορούσαν εύκολα να επανέλθουν στους κόλπους της κοινωνίας δουλεύοντας επίμονα για το κοινό καλό. Το 1929 υιοθετήθηκε νόμος για τη στείρωση και στην Ελβετία και στη Δανία ενώ το 1934 στη Νορβηγία και το 1935 στη Φιλανδία και στη Σουηδία όπου έμεινε εν ισχύει ως το 1975 και 13.829 Σουηδοί και 48.955 Σουηδές στειρώθηκαν με δικαστική απόφαση . Για τη στείρωση ενός κατώτερου ατόμου στις κουμουνιστικές χώρες ήταν αρκετή ια ιατρική γνωμάτευση και στη Γιουγκοσλαβία, στη Ρουμανία και στην Τσεχοσλοβακία, Αλβανοί και Τσιγγάνοι στειρώθηκαν εν αγνοία τους επειδή οι κυβερνήσεις έκριναν ότι ο αριθμός των Αλβανών και των Τσιγγάνων αυξανόταν ανησυχητικά και έθετε σε κίνδυνο τη συνοχή του σοσιαλιστικού στρατοπέδου. Στη Γερμανία εκδόθηκε ένας νόμος για τις στειρώσεις το 1933 όταν την εξουσία την πήραν οι ναζί και οι πρώτοι που υπέστησαν στείρωση ήταν τα παιδιά που ονομάζονταν RHEINLANDBASTARDA δηλαδή τα μπάσταρδα της Ρημανίας παιδιά με Γερμανίδα μητέρα και μαύρο πάτερα του γαλλικού στρατού που κατείχε τότε τη Ρημανία. Και 514 μπάσταρδα της Ρημανίας στειρώθηκαν και στάλθηκαν σε ιδρύματα για διανοητικά άρρωστους ενώ οι μητέρες τους καταδικάστηκαν για συνεργασία με τον εχθρό και για προσβολή στο γερμανικό λαό και στάθηκαν στο στρατόπεδο του Ράβενσπρουκ. Σ’ αυτό πέθαναν 92.350 γυναίκες. Στο στρατόπεδο του Νταχάου γερμανοί γιατροί έκαναν πειράματα σε δωμάτια χαμηλής πίεσης σε επιληπτικά παιδιά. Το 1910 οι Αμερικανοί δημιούργησαν το Γραφείο στατιστικών δεδομένων της ευγονικής και το 1922 ο διευθυντής του Γραφείου έστειλε στην κυβέρνηση έναν κατάλογο των κοινωνικά απροσάρμοστων πολιτών( αλήτες, τρελούς, ψυχοπαθείς, εγκληματίες, πόρνες, ομοφυλόφιλους, συφιλιδικούς, αλκοολικούς, τοξικομανής) που επέτρεπε να στειρωθούν προς όφελος της διατήρησης μιας υγιούς και ισορροπημένης κοινωνίας. Στη Νορβηγία μετά τον πόλεμο τα παιδιά που γεννήθηκαν από Γερμανό πατέρα τα απέσπασαν από τις μητέρες τους και τα έβαλαν σε ιδρύματα για διανοητικά ασθενείς.
Το 1929 το Ινστιτούτο Ευγονικών Ερευνών του Λένιγκραντ πρότεινε να επιλεχθούν κάποια ιδιαιτέρα παραγωγικά άτομα από τις τάξεις των Σοβιετικών εργατών και να ιδρυθούν κέντρα σπερματέγχυσης όπου τα επιλεγμένα άτομα θα γονιμοποιούσαν Σοβιετικές γυναίκες και οι ευγονιστές του Λένιγκραντ υπολόγισαν ότι ένα εξαιρετικός παραγωγικός εργάτης θα ενίσχυε τον πυρήνα της μελλοντικής αταξικής κοινωνίας.
Οι ευφυείς πολιτισμένοι ευρωπαίοι για να κάνουν ευφυέστερους τους εκλεκτούς απογόνους τους με τα «επιτεύγματα» τους έκαναν τον άνθρωπο, απάνθρωπο.



Πληροφορίες: Γ.Πασχαλίδης,Η έννοια του πολιτισμού,1999.

P.Ourednik,Europeana, 2005.
S. Hall B.Gieben, Η διαμόρφωση της νεωτερικότητας,2003.

Δευτέρα 9 Μαΐου 2011

Η αρπαγή της πολιτιστικής κληρονομιάς

Του Γιώργου Ξηρού

Η αρπαγή των ευρημάτων και των πολιτιστικών αγαθών σε περιόδους πολέμων και σε περιόδους βίαιων πολιτικών ανακατατάξεων συνεχίζει να προκαλεί διεθνή ανησυχία και στον εικοστό πρώτο αιώνα, όπως ακριβώς συνέβαινε και κατά τον εικοστό.
Η λεηλασία των αρχαιολογικών χώρων στην Αίγυπτο κατά τη διάρκεια της πρόσφατης επανάστασης (αφού είχαν απότομα εγκαταλειφθεί από ομάδες αρχαιολόγων οι οποίοι δικαιολογημένα ανησυχούσαν για την προσωπική τους ασφάλεια) είναι μόνο το πιο πρόσφατο παράδειγμα.
Στο Αφγανιστάν και το Ιράκ επίσης, τον πόλεμο ακολούθησε η λεηλασία των μουσείων και τα αντικείμενα που λεηλατήθηκαν έκαναν τη εμφάνισή τους σε συλλογές στη Δύση.
Η ιστορία αυτής της πρακτικής, της λεηλασίας, πάει πίσω πολύ μάλιστα, αρχίζοντας ίσως με τον Ιάσονα και τους Αργοναύτες με τη αρπαγή του Χρυσόμαλλου Δέρατος. Ακόμη στην Αρχαία Αθήνα, η έκθεση των λαφύρων- θησαυρών που προέρχονταν από την κατάκτηση ή φορολόγηση των άλλων συμμαχικών πόλεων, με σκοπό την επίδειξη δύναμης της πόλεως. Και συνεχίστηκε με τη συνήθεια των Ρωμαίων «της τέχνης της λεηλασίας» των κατακτημένων πόλεων, με τα λάφυρα να εκτίθενται στους δρόμους της Ρώμης για την θριαμβευτική τελετουργική πομπή του νικητή . Έτσι κατά τον 3ο και 2ο αιώνα π.Χ. συγκεντρώθηκαν στη Ρώμη πολλά έργα τέχνης τα οποία ήταν πολεμικά λάφυρα από τις καταστήσεις στη Σικελία, την Ετρουρία και την Ελλάδα. Με αυτά κοσμούσαν ρωμαϊκούς ναούς και δημόσιους χώρους, ή αποτελούσαν τη βάση ιδιωτικών συλλογών.
Στον αρχαίο κόσμο οι πολιτιστικές λεηλασίες, τα κλεμμένα αντικείμενα, και η δημόσια έκθεση τους στην πρωτεύουσα του κατακτητή, ήταν μια πράξη για να διαφημίσουν την υπεροχή του νικητή και να υπογραμμίζουν τον εξευτελισμό των νικημένων.
Κατά την ελληνιστική εποχή 3ο και 2ο αιώνα π.Χ. οι συλλογές του Άτταλου Α, δημιουργήθηκαν από την μεταφορά στην Πέργαμο πολλών πρωτότυπων έργων τέχνης από την Αίγινα. Μεταξύ αυτών των έργων βρίσκονταν και το κολοσσιαίο χάλκινο άγαλμα του Απόλλωνα, έργο του γλύπτη Ονάττα. Λίγα χρόνια αργότερα μετέφερε έργα του Αθηναίου γλύπτη Σιλανιώνα από την Εύβοια. Άλλα ελληνιστικά έργα μεταφέρθηκαν επίσης στην Πέργαμο από τον Φιλοποιμένα, στρατηγό του Αττάλου Α, μετά τη λεηλασία της Κορίνθου από τους Ρωμαίους το 146 π.Χ.
Στο Βυζάντιο, ο Ιππόδρομος ήταν διακοσμημένος με έργα τέχνης που προέρχονταν από λεηλασίες πόλεων κατά την κατάκτησή τους. Ελληνικά αγάλματα βρίσκονταν παντού επάνω από τις κερκίδες και τα θεωρεία, ανάμεσα στις αψίδες. Στο κέντρο του σταδίου βρίσκονταν τμήμα του περίφημου ιερού τρίποδα των Δελφών, τον οποίο είχαν αφιερώσει στο δελφικό ιερό οι ελληνικές πόλεις έπειτα από τη νίκη τους επί των Περσών στις Πλαταιές το 479 π.Χ. Ο τρίποδας αυτός στηριζόταν σε ένα κίονα που σχημάτιζαν τα κεφάλια τριών χάλκινων συμπλεκόμενων φιδιών,με τα ονόματα των πόλεων που είχαν λάβει μέρος στη μάχη, και τον μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη ο Μέγας Κωνσταντίνος. Τμήμα του σώζεται σήμερα στην πλατεία του Ιπποδρόμου.
Ιδιωτικές συλλογές όπως αυτές που υπήρχαν στη Ρώμη δεν υπήρχαν στο Βυζάντιο εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις. Μία τέτοια συλλογή ήταν του Λάυσου που είχε συγκεντρώσει εντυπωσιακά ελληνικά γλυπτά. Η συλλογή του περιλάμβανε το τεράστιο χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία της Ολυμπίας, έργο του Φειδία, την Αθηνά της Λίνδου, έργο του Δίποινου και Σκύλι. Την Κνιδία Αφροδίτη του Πραξιτέλη και αλλά πολλά. Όλα αυτά καταστράφηκαν σε πυρκαγιά που αποτέφρωσε το παλάτι του Λαύσου το 475 μ.Χ. Κατά τη διάρκεια της Τέταρτης Σταυροφορίας το 1204 η ίδια η Πόλη με τη σειρά της λεηλατήθηκε από τους σταυροφόρους, και μεγάλες ποσότητες πολιτιστικών λαφύρων μεταφέρθηκαν στην Βενετία, όπως τα τέσσερα επιχρυσωμένα άλογα της Αποκάλυψης που μεταφέρθηκαν στη Βασιλική του Αγίου Μάρκου, που μπορεί να τα δει κανείς στην πόλη σήμερα.
Επίσης, κατά τη διάρκεια του πολέμου των τριάντα ετών, σουηδικά στρατεύματα λεηλάτησαν συλλογές βιβλίων σε όλη την Ευρώπη τα οποία σήμερα βρίσκονται στην πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη στην Ουψάλα.
Άλλο παραδείγματα, η λεηλασία του Magdeburg το 1631, όταν ο στρατός της Καθολικής Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας έσφαξε τους κατοίκους της επαναστατημένης προτεσταντικής πόλης. Μία αδικαιολόγητη καταστροφή αλλά και κλοπή του πολιτιστικού πλούτου που έγινε από μεμονωμένους στρατιώτες .
Μία άλλη λεηλασία για ιδιωτικό όφελος που είχε προκαλέσει μεγάλη αποδοκιμασία, είναι η λεηλασία που πραγματοποίησε ο Βρετανός πρέσβης Έλγιν στους αρχαίους θησαυρούς του Παρθενώνα. Ο Έλγιν μετά από άδεια που έλαβε από τους Οθωμανούς και αφού κατέστρεψε μια σειρά από γλυπτά, καραβιές μαρμάρων μετέφερε στη Βρετανία για να διακοσμήσει το σπίτι του.
Κατά την περίοδο τους τουρκοκρατίας στην Ελλάδα κυρίως τον 19ο αιώνα πολλά αγάλματα, αρχαίοι θησαυροί αρχαιολογικών ανασκαφών, «εξαγοράστηκαν» με συμφωνίες από τις οθωμανικές αρχές και διασκορπίστηκαν σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης. Οι ενέργειες αυτές κυρίως από φιλέλληνες επικρίθηκαν, το διαπιστώνουμε και μέσα από τα ποιήματα του Λόρδου Βύρωνα. Αντίθετα υπερασπιστές των εν λόγω εξαγορών υποστήριξαν ότι τα αγάλματα- μάρμαρα δεν θα ήταν ασφαλή εάν παρέμεναν επί τόπου, δεδομένου ότι οι ντόπιοι άνθρωποι δεν μπορούσαν να τα προστατευόσουν. Βέβαια έχει αποδειχτεί ότι οι ζημιές που υπέστησαν τα ίδια τα μάρμαρα αλλά και τα υπολείμματα, προκείμενου να τα αποκολλήσουν και τα μεταφέρουν ήταν πολύ μεγάλες.
Πολλοί περιηγητές μας άφησαν στα βιβλία τους χρήσιμες πληροφορίες για την κατάσταση των μνημείων εκείνης την εποχή αλλά και πολύτιμα σχέδια. Δυστυχώς, όμως, οι περισσότεροι ταξιδιώτες ανέπτυξαν έντονη συλλεκτική δραστηριότητα, παίρνοντας μαζί τους ελληνικές αρχαιότητες, που κατέληξαν αργότερα σε γνωστά ευρωπαϊκά μουσεία. Επιπλέον, πολλές από τις αποστολές που είχαν σκοπό τη αρχαιολογική έρευνα κατάλεξαν στην αρχαιοκαπηλία.
Η ενέργεια του Έλγιν αντανακλούσε την πεποίθησή ότι οι μορφωμένοι Άγγλοι ήταν οι πραγματικοί κληρονόμοι του κλασικού πολιτισμού, του οποίου η κληρονομιά διαπέρασε στο νου της μορφωμένης ελίτ σε όλη την Ευρώπη.
Αυτή τη πεποίθηση κυριαρχούσε και κατά την Γαλλική επαναστατική, όπου τα νικηφόρα στρατεύματα του Ναπολέοντα σύναπταν μία σειρά από συνθήκες με τα κατακτημένα κράτη σε ολόκληρη την Ευρώπη που αφορούσαν την μεταφορά πολιτιστικών θησαυρών στην Γαλλία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Συνθήκη της Tolentino, υπογεγραμμένη από τον Πάπα το 1797, που επέτρεψε να μεταφερθούν έργα τέχνης στο Μουσείο του Λούβρου, το οποίο ιδρύθηκε το 1793. Έτσι λάφυρα μεταφέρθηκαν στο Παρίσι από όλη την Ιταλία μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν τα τέσσερα άλογα της Αποκάλυψης από τον Αγίου Μάρκου της Βενετίας. Ο Ναπολέων εισήλθε στην πόλη σε μια ρωμαϊκού τύπου θριαμβευτική πομπή, που συνοδευόταν από πανό που έγραφε: " Η Ελλάδα εκχώρησε αυτά, η Ρώμη τα έχασε, η μοίρα τους έχει αλλάξει δύο φορές, ποτέ δεν θα αλλάξει και πάλι. " Μεταφέρθηκαν ζωγραφικοί πίνακες , αρχεία της Παπικής Ρώμης. Όλα αυτά τόνιζαν τον ισχυρισμό του Παρισιού να είναι η νέα Ρώμη.
Τα έργα τέχνης που προέρχονταν από λεηλασίες κατά τις εκστρατείες του Ναπολέοντα τοποθετήθηκαν στο Μουσείο του Λούβρου. Τη περίοδο ανάμεσα στο 1803-1813, το μουσείο είχε στην κατοχή του τις εκλεκτότερες συλλογές της Ευρώπης και ήταν γνωστό ως Musee Napoleon. Μετά το Συνέδριο της Βιέννης, όμως, το 1815, τα περισσότερα έργα επιστράφηκαν στους κατόχους τους, γεγονός που αποτελεί το πρώτο σημαντικό παράδειγμα επιστροφής «πολιτιστικής ιδιοκτησίας» . Η επιστροφές έργων τέχνης στους ιδιοκτήτες τους αποτέλεσε αφορμή για την ίδρυση μουσείων, όπως το Altes Museum στο Βερολίνο.
Κατά τη διάρκεια της γαλλικής εισβολής της Αιγύπτου το 1798, μεγάλες ποσότητες αιγυπτιακών αρχαιοτήτων συλλέχθηκαν από μια ομάδα 167 επιστημόνων και καλλιτεχνών και απεστάλησαν στη Γαλλία.
Όταν νικήθηκε ο Ναπολέων, οι Βρετανοί πήραν πολλά από τη συλλογή ως λάφυρα συμπεριλαμβανομένου του διάσημου Rosetta Stone-, και το τοποθέτησαν στο Βρετανικό Μουσείο, όπου και παραμένει εκεί.
Επίσης, μετά από την ήττα του Ναπολέοντα στη μάχη του Βατερλώ η Πρωσία πήρε πίσω τα έργα τέχνης και τα πολιτιστικά αγαθά που έχουν κλαπεί από αυτούς με τη βία.
Μόλις πάνω από το ήμισυ των λεηλατημένων αντικείμενα επιστράφηκαν στις χώρες που ανήκαν. Αποστολές απεστάλησαν στην Γαλλία και αλλού και διεκδίκησαν αρχαία πολιτιστικά αντικείμενα, ίδρυσαν μουσεία και τα τοποθέτησαν εκεί. Η νέα αυτή εξέλιξη, μεταξύ άλλων, οδήγησε, και στην απόκτηση των μαρμάρων του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο το 1816.
Ο Wellington διοικητής των συμμαχικών στρατευμάτων εξέφρασε την αποδοκιμασία του σχετικά με την τακτική της στρατιωτικής λεηλασίας και με αυτή την άποψη συμφώνησαν πολλοί. Ο δούκας ο ίδιος πίστευε ότι οι λεηλασίες αποσπούν την προσοχή των στρατευμάτων από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, αλλά και στρέφουν εναντίον τους τον ντόπιο πληθυσμό.
Αυτή η τελευταία εκτίμηση έπαιξε σημαντικό ρόλο στον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο, στον οποίο η Ένωση ήθελε να αποφύγει φθορές και λεηλασίες των συλλογών των μουσείων στο νότο και έτσι διέταξε ότι:
Κλασικά έργα τέχνης, βιβλιοθήκες, επιστημονικές συλλογές, ή πολύτιμα μέσα, όπως αστρονομικά τηλεσκόπια, καθώς και τα νοσοκομεία, πρέπει να ασφαλίζονται έναντι όλων ώστε αποφευχθεί η ζημία, ακόμη και όταν βρίσκονται σε χώρους, που πολιορκούνται ή βομβαρδίζονται.

Η άνοδος του έθνους-κράτους έφερε μαζί της μια αυξανόμενη συνειδητοποίηση της ανάγκης να διατηρηθεί η εθνική κληρονομιά. Η ιδέα ότι η λεηλασία των πολιτιστικών αγαθών σε καιρό πολέμου θα πρέπει να τεθεί εκτός νόμου κέρδιζε διαρκώς έδαφος. Ευρωπαϊκές χώρες δημιούργησαν πολιτιστικούς καταλόγους για την προστασία των δικών τους αντικείμενων και την διαφύλαξη τους ως η κοινή ευρωπαϊκή πολιτιστική κληρονομιά. Ακόμη και η καταστροφή και η λεηλασία του καλοκαιριού της κινεζικής αυτοκρατορίας στον Δεύτερο πόλεμο του οπίου το 1860 προκάλεσε ευρύτατες επικρίσεις στην Ευρώπη.
Το 1874, η Συμφωνία των Βρυξελλών έθετε εκτός νόμου την καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς. Οι αρχές αυτές εκπονήθηκαν και κατά την πρώτη Διάσκεψη της Χάγης το 1899 και κατοχυρώθηκαν με τη Σύμβαση της Χάγης του 1907. Σύμβαση την οποία η Γερμανία είχε υπογράψει (ένα σημαντικό σημείο στην προβολή των γεγονότων αργότερα στον αιώνα).
Η Σύμβαση της Χάγης ρητά απαγόρευε αυτό που ονομάζεται «λεηλασία» ανέφερε ότι μια κατοχική χώρα πρέπει να ενεργήσει ως διαχειριστής της περιουσίας του ηττημένου κράτους και των πολιτών της. Το πρόβλημα ήταν, ωστόσο, ότι οι αλλαγές στον τρόπο διεξαγωγής των πολέμων με την χρήση του πυροβολικού και τον αδιάκριτο βομβαρδισμό των πόλεων καθιστούσε δύσκολη την διαφύλαξη των πολιτιστικών χώρων και των αντικειμένων από την καταστροφή τους.
Στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ζέπελιν βομβάρδισαν το Λονδίνο, και από Γερμανικούς και από Αυστρο-ουγγρικούς βομβαρδισμούς καταστράφηκε το Σερβικό Εθνικό Μουσείο του Βελιγραδίου. Αποδείχτηκε αδύνατο να σταματήσουν τις καταστροφές όπως τη καταστροφή του Καθολικού Πανεπιστημίου της βιβλιοθήκης Leuven από τον γερμανικό στρατό το 1914 μαζί με διάφορα άλλα, λιγότερο διάσημα μνημεία.
Από την άλλη πλευρά, η πραγματική λεηλασία, και ιδίως η κλοπή ή η απομάκρυνση των έργων τέχνης, πραγματοποιήθηκε σε αρκετά περιορισμένη κλίμακα κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, τουλάχιστον σε σύγκριση με αυτό που ήρθε μετά. Το αδιέξοδο στο δυτικό μέτωπο εξασφάλισε ότι υπήρξε μικρής ευκαιρίας για τις κατοχικές Γερμανικές δυνάμεις να λεηλατήσουν και να αποκτήσουν έργων τέχνης παράνομα από το Παρίσι διότι ήταν πολύ μακριά από τη γερμανική ζώνη.
Η λεηλασία πολιτιστικών αγαθών στην Ευρώπη, που έλαβε χώρα κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο επισκιάζει κάθε άλλη λεηλασία ακόμη και αυτή της Γαλλικής Επανάστασης και της Ναπολεόντειας περιόδου.
Η Επανάσταση των Μπολσεβίκων στη Ρωσία ακολουθήθηκε από μεγάλη κατάσχεση της ιδιωτικής περιουσίας.
Στη Γερμανία, οι Ναζί πίστευαν ότι είχαν δικαίωμα να λάβουν μέτρα κατά των εχθρών του καθεστώτος, και των λαών που τους θεωρούσαν φυλετικά κατώτερούς τους, και συνεπώς δεν είχαν κανένα δικαίωμα ούτε σε περιουσιακά στοιχεία ή ακόμη και εν τέλει στη ζωή.
Στην πράξη, βέβαια, τέτοιες πεποιθήσεις δεν ήταν τίποτε άλλο από νομιμοποιημένες τυπικές πρακτικές λεηλασίας και απαλλοτρίωσης από το ναζιστικό κόμμα και το γερμανικό κράτος, Επίσης ήταν πολύ διαδεδομένες οι ατομικές πράξεις κλοπής, εκβιασμού και απόσπασης χρημάτων από τα απλά μέλη του ναζιστικού κόμματος, τους χαμηλόβαθμους κρατικούς αξιωματούχους, λοκατζήδες κατά τη διάρκεια του πολέμου και τα μέλη των ενόπλων δυνάμεων. Δεν αποτελεί έκπληξη, το Τρίτο Ράιχ σύντομα έγινε συνώνυμο της διαφθοράς.
Μερικά κορυφαία στελέχη των Ναζί χρησιμοποίησαν τη νεοαποκτηθείσα περιουσία τους για να δημιουργήσουν τις μεγάλες συλλογές έργων τέχνης, τόσο προσωπικά όσο και θεσμικά. Παράδειγμα ο Hermann Göring.
Αντιθέτως, ο πρώτος άνθρωπος του Ράιχ, Αδόλφος Χίτλερ, προτιμούσε τη συγκέντρωση έργων τέχνης για δημόσια χρήση. Ο Χίτλερ σκόπευε να μετατρέψει τη γενέτειρά του Λιντς, στην Αυστρία, σε πολιτιστική πρωτεύουσα του νέου Ράιχ .
Τον Μάρτιο του 1938, οι Ναζί εισέβαλαν στην Αυστρία. Οι Γερμανοί στρατιώτες και αυστριακοί Ναζί μπήκαν στα σπίτια των Εβραίων, κλέβοντας ό, τι ήθελαν, παίρνοντας από τις γυναίκες τα γούνινα παλτά και τα κοσμήματα τους, Τα SS και η Γκεστάπο κατέσχεσαν το περιεχόμενο των σπιτιών της Βιέννης και των εβραϊκών οικογενειών .
Στην κορυφή του καταλόγου ήταν οι Ρότσιλντ, των οποίων οι συλλογές κατασχέθηκαν και στη συνέχεια τέθηκαν σε πλειστηριασμό.
Μετά την κατάληψη της Γαλλίας το 1940,πολές ιδιοκτησίες των Γάλλων πολιτών που είχαν εγκαταλείψει τη χώρα, έπεσαν στα χέρια του γερμανικού Ράιχ.
Λεηλασίες από τους Ναζί γίνονταν σε όλες τις κατακτημένες χώρες . Πίστευαν ότι η γερμανική κουλτούρα και το ναζιστικό μυαλό ήταν εγγενώς ανώτερο από εκείνη των άλλων, και οι κατώτερες φυλές δεν ήταν ικανές ούτε να διατηρήσουν τη δική τους κληρονομιάς ούτε να διασφαλίσουν σωστά τα προϊόντα άλλων πολιτισμών. Έτσι, τα γερμανικά πολιτιστικά εκθέματα έπρεπε να επαναπατρισθούν. Τέτοιες πεποιθήσεις θυμίζουν τη γαλλική άποψη, υπό τον Ναπολέοντα, που μόνο η Γαλλία είχε το δικαίωμα για την προστασία του ευρωπαϊκού πολιτισμού, οι Ναζί όμως στο πιστεύω αυτό έδωσαν μια φυλετική διάσταση και το εφάρμοσαν στην ακραία εκδοχή της εθνικιστικής ιδεολογίας του δέκατου ένατου αιώνα ως την υποτιθέμενη κληρονομιά τους και όχι εκείνης του κλασικού κόσμου.
Οι εισβολείς Γερμανοί μετά την κατάληψη της Τσεχίας το 1939 άρχισαν την κατάσχεση αντικειμένων χωρίς αποζημίωση τόσο από δημόσιες όσο και ιδιωτικές συλλογές, από το Εθνικό Μουσείο την βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου του Καρόλου στην Πράγα, αλλά και από τα ανάκτορα των οικογένειων Αψβούργων, Schwarzenberg και Lobkowitz.
Ωστόσο, η λεηλασία του Χίτλερ στην Τσεχοσλοβακία ήταν σχετικά ήπια σε σύγκριση με εκείνη που πραγματοποίησε στην Πολωνία, όπου εισέβαλε το Σεπτέμβριο του 1939. Ο Χίτλερ ορκίστηκε να εξαφανίσει τον πολωνικό πολιτισμό και την ταυτότητα του από το πρόσωπο της γης. Οι Γερμανοί κατακτητές μετέφεραν μεγάλες ποσότητες των πολιτιστικών αντικειμένων. Αριστοκρατικές και Εξοχικές κατοικίες λεηλατήθηκαν, και πήραν τους θησαυρούς. Στις 16 Δεκεμβρίου 1939, οι γερμανικές αρχές διέταξαν την υποχρεωτική καταγραφή όλων των έργων τέχνης και πολιτιστικών αγαθών που χρονολογούνταν πριν από το 1850, μαζί με κοσμήματα, μουσικά όργανα, νομίσματα, βιβλία, έπιπλα και κατασχέθηκαν,
. Ο Χανς Φρανκ διοικητής της Πολωνίας, διακόσμησε στο σπίτι του στη Βαυαρία με τα κλεμμένα έργα τέχνης και τα ναυτιλιακά τρόπαια (όταν τα αμερικανικά στρατεύματα έφτασαν εκεί το 1945, βρήκαν ένα Ρέμπραντ, μια Da Vinci, μία του 14ου αιώνα Madonna από Κρακοβία, και άμφια και δισκοπότηρα από Πολωνικές εκκλησίες).
Αυτή η διαδικασία της λεηλασίας και της απαλλοτρίωσης επαναλήφθηκε σε ακόμη μεγαλύτερη κλίμακα, όταν η Γερμανία εισέβαλε στη Σοβιετική Ένωση στις 22 Ιούνη 1941. Ανάμεσα στα πιο γνωστά από αυτά τα αντικείμενα ήταν η περίφημη Amber Room που είχε δοθεί στον Μεγάλο Πέτρο από τον βασιλιά Friedrich Wilhelm I της Πρωσίας και στη συνέχεια συμπληρώθηκε από περαιτέρω δώρα από τον διάδοχό του.
Από τους Σοβιετικούς, είχαν αφαιρεθεί πολλά από τους πολιτιστικούς θησαυρούς και δεν ήταν προσιτά στο γερμανικό στρατό. Δεν υπήρχαν μεγάλες ιδιωτικές συλλογές στη Σοβιετική Ένωση, δεδομένου ότι όλοι είχαν κατασχεθεί από το κομμουνιστικό κράτος, και οι Γερμανοί ποτέ δεν κατάφεραν να κατακτήσουν τη Μόσχα ή την Αγία Πετρούπολη. Παρ όλα αυτά αρκετά βρέθηκαν και λεηλατήθηκαν . Διακόσιοι εβδομήντα εννέα έργα ζωγραφικής μεταφέρθηκαν μακριά από το Kharkhov, τότε η τρίτη μεγαλύτερη πόλη στη Σοβιετική Ένωση και η πιο πυκνοκατοικημένη .
Η λεηλασία που πραγματοποιείται από τους Γερμανούς μεταξύ 1938 και 1945, ήταν άνευ προηγουμένου.
Μετά τη ναζιστική ήττα και την βιαστική υποχώρηση τους, οι Γερμανοί αναγκάστηκαν να αφήσουν πίσω πολυάριθμες συλλογές, όπου πολλές βρίσκονταν για φύλαξη στα κελάρια, τα ορυχεία και άλλες κρυψώνες μακριά από τη φωτιά της μάχης και την καταστροφικότατα των βομβαρδισμών. Ειδικές σοβιετικές μονάδες για την ανάκτηση των έργων τέχνης περιπλανιόταν στην ύπαιθρο ψάχνοντας για «θησαυρούς». Όσα βρέθηκαν μεταφέρθηκαν σε ειδική αποθήκη στη Μόσχα. Ένα και μισό εκατομμύριο πολιτιστικών αγαθών τελικά επέστρεψαν στην Ανατολική Γερμανία με τη δημιουργία της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας σύμμαχο, της Σοβιετικής Ένωσης, μετά το 1949.

Στο χάος και την καταστροφή των τελευταίων μηνών του πολέμου, πολλά αξιόλογα πολιτιστικά αγαθά όλων των ειδών χάθηκαν ή καταστράφηκαν. Οι δυτικοί σύμμαχοι, αν μη τι άλλο, ως αποτέλεσμα της πίεσης επί των στρατιωτικών αρχών από τους ενδιαφερόμενους εμπειρογνώμονες τέχνης στη Βρετανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, είχαν πλήρη επίγνωση της ανάγκης να διατηρηθεί η πολιτιστική κληρονομιά της Ευρώπης Το Ανώτατο Αρχηγείο του Αϊζενχάουερ δημιούργησε τη MFAA, επιφορτισμένη με τον εντοπισμό και τη διασφάλιση των πολιτιστικών αγαθών και την πρόληψη της λεηλασίας από τα Συμμαχικά στρατεύματα. Αμερικανοί αξιωματούχοι άρχισαν να δημιουργούν ένα κατάλογο των κλεμμένα έργων τέχνης για να αποτρέψουμ τους Ναζί από την αγοραπωλησία των έργων τέχνης όταν η μνήμη του πολέμου θα είχε ξεθωριάσει. Όταν ο στρατός απελευθέρωνε τις πόλεις ακολούθησε η MFAA, έβρισκε τα έργα τέχνης τα αποθήκευε και ξεκινούσε η διαδικασία για την επιστροφή τους στους αρχικούς ιδιοκτήτες τους.
Με τα φορτηγά και τα τρένα πολλές χιλιάδες πίνακες ζωγραφικής, σχέδια, γλυπτά, altarpieces και άλλα αντικείμενα διακινήθηκαν σε όλη την Ευρώπη και πίσω στον τόπο καταγωγής τους. Τα σημεία συλλογής τελικά έκλεισαν το 1951, τα υπόλοιπα αντικείμενα παραδόθηκαν σε γερμανικό οργανισμό, ο οποίος επέστρεψε άλλο ένα εκατομμύριο ευρήματα στους ιδιοκτήτες τους, τα τρία τέταρτα εξ αυτών εκτός της Γερμανίας, κατά τα επόμενα δέκα χρόνια. Οι υπόλοιπες, περίπου τρεις χιλιάδες πεντακόσιες παρτίδες, στη συνέχεια διανεμήθηκαν στα γερμανικά μουσεία και σε άλλα ιδρύματα από τα οποία θα μπορούσαν και μπορούν ακόμα, να απαιτηθούν, από τους ιδιοκτήτες τους.
Αναπόφευκτα, ένας μεγάλος αριθμός κομματιών είκοσι χιλιάδες εξ αυτών σύμφωνα με μια εκτίμηση παραμείνει στα αζήτητα. Τα περισσότερα από αυτά είναι μικρά αντικείμενα, ασήμι, κοσμήματα, τα πιατικά και τα παρόμοια, ή έργα ζωγραφικής και σχέδια από ελάσσονες καλλιτέχνες που έχουν διαφύγει της προσοχής των εμπειρογνωμόνων τέχνης.
Μετά την επιστροφή των έργων τέχνης στους ιδιοκτήτες της, την επαύριον του πολέμου, ο αριθμός των δράσεων αποκατάστασης και των αξιώσεων μειώθηκαν απότομα κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950. Επιπλέον, έληξαν οι προθεσμίες για τις νομικές αξιώσεις για την επιστροφή των κλοπιμαίων που υπήρχαν, και εξακολουθούν να υπάρχουν, σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες (Γερμανία, τριάντα χρόνια, Αγγλία, έξι χρόνια). Μόνο δύο χώρες στην Ευρώπη δεν διαθέτουν τέτοια νομοθεσία: Πολωνία, λόγω του μεγάλου αριθμού αντικειμένων που εκλάπησαν, και η Ελλάδα, λόγω των μαρμάρων του Παρθενώνα.
Στη συνέχεια, το 1989-90, ήρθε η πτώση του Τείχους του Βερολίνου και η κατάρρευση του κομμουνισμού. Άνοιξαν δικαστικές υποθέσεις για αποζημιώσεις των ζημιών που προκλήθηκαν από το ναζιστικό καθεστώς για την αποκατάσταση των σπιτιών και των επιχειρήσεων .
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, και σε κάποιο βαθμό και αλλού, η ιστορική μνήμη του Ολοκαυτώματος με τη δημιουργία μουσείων, κινηματογραφικών ταινιών ευαισθητοποίησαν τους λαούς και προέβησαν στην καταδίκη τέτοιων εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας.
Η δεκαετία του 1990 είδε την ανανέωση σε δίκες για εγκλήματα πολέμου σε ορισμένες χώρες (αν και λίγοι σε αριθμό και όχι ομοιόμορφα επιτυχημένες). Επίσης τα αρχεία της Ανατολικής Ευρώπης άνοιξαν για την έρευνα.


Τον Δεκέμβριο του 1998 στην Ουάσιγκτον, πραγματοποιήθηκε μια διάσκεψη για το Ολοκαύτωμα-Era Assets από το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ όπου έλαβαν μέρος πάνω από σαράντα εθνικές κυβερνήσεις και πολυάριθμες ΜΚΟ . Η συνάντηση βασίστηκε στην εμπειρία του διεθνούς συνεδρίου του προηγούμενου έτους, και ασχολήθηκε με το θέμα του ναζιστικού χρυσού, συμπεριλαμβανομένων του χρυσού που δημιουργήθηκε από τα σφραγισμένα δόντια των θυμάτων κατά την εξόντωσης τους, χρυσός όπου μετά το τέλος του πολέμου, βρίσκεται στα θησαυροφυλάκια των ελβετικών τραπεζών .
Η διάσκεψη του 1998 απαίτησε την αναγνώριση όλων των έργων τέχνης που είχαν κατασχεθεί από τους Ναζί, με σκοπό να επιστρέψουν στους πρώην ιδιοκτήτες τους, για λόγους ηθικής, ακόμη και αν δεν είχαν δικαίωμα από το νόμο. Οι δεσμεύσεις στη διάσκεψη της Ουάσινγκτον ακολουθήθηκαν από παρόμοιες συμφωνίες που έγιναν με οργανισμούς τέχνης, γκαλερί και διευθυντές μουσείων. Υπήρξαν ψηφίσματα από διεθνείς οργανισμούς όπως το Συμβούλιο της Ευρώπης προς την ίδια κατεύθυνση. Σε αυτό το κλίμα, οι πιθανότητες των εναγόντων για επιστροφή των λεηλατημένων έργων τέχνης αυξηθήκαν δραματικά.
Λαμβάνοντας υπόψη το ευνοϊκό περιβάλλον για την επιστροφή των κλεμμένων έργων τέχνης, πολλοί ανέμεναν μουσεία και αίθουσες τέχνης να κινηθούν και να διεκδικήσουν με αξιώσεις τα αντικείμενα που τους ανήκουν. Αλλά αυτό δεν συνέβη. Σε πολλές περιπτώσεις, δεν υπήρχαν τα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία είχαν χαθεί κατά την διάρκεια του πολέμου. Συχνά οι αρχικοί ιδιοκτήτες είχαν πεθάνει, όπως και οι κληρονόμοι τους είχαν σκοτωθεί από τους Ναζί.
Ιδρύματα, μουσεία και γκαλερί κατείχαν τη γνώση, τα αποδεικτικά στοιχεία για να προβούν σε ενέργειες για την ανακτήσει των κλεμμένων έργων τέχνης, το ίδιο σπάνια ίσχυε και για ιδιώτες . Έτσι, μόνο ένα μικρό μέρος από τα έργα που λεηλατήθηκαν κατά τα έτη 1933 - 1945, διεκδικήθηκαν ή διεκδικούνται με αξιώσεις.
Υπάρχει μια σαφής σύγκρουση μεταξύ της ανάγκης κάθε χώρας για τη διαφύλαξη της δικής της πολιτιστικής της κληρονομιάς και την ανάγκη της παγκόσμιας κοινότητας να γνωρίσει άλλους πολιτισμούς μέσω των καθολικών μουσείων όπως το Μητροπολιτικό ή το Βρετανικό Μουσείο. Συνεχείς προσπάθειες και διαμάχες προκειμένου να δεχθεί ένα μουσείο την εγκυρότητα της αξίωσης επιστροφής(ένα αντικείμενο που έχει κλαπεί σχετικά πρόσφατα, ή όταν πρόκειται για αντικείμενο μεγάλης πολιτιστικής και ιστορικής σημασίας για το έθνος ή την περιοχή από την οποία προέρχεται), ενός πολιτιστικού αντικειμένου στη χώρα προέλευσής του.
Ενώ υπάρχει μια ειλικρινής και σε κάποιο βαθμό αποτελεσματική παγκόσμια προσπάθεια για την αποκατάσταση της τέχνης που λεηλατήθηκε κατά τη ναζιστική περίοδο, οι προσπάθειες της διεθνούς κοινότητας όσον αφορά την πρόληψη λεηλασιών και καταστροφής της πολιτιστικής κληρονομιάς είναι ανεπιτυχής, όπως διαπιστώνουμε κατά τη διάρκεια των νέων στρατιωτικών συγκρούσεων. Αν και υπάρχει τώρα διεθνή νομοθεσία για την διατήρηση των πολιτιστικών αντικειμένων σε περιόδους πολέμου, εξακολουθεί να είναι πολύ δύσκολο να εφαρμοστεί αποτελεσματικά.
Όπως στη δεκαετία του 1990 με τον πόλεμο στην πρώην Γιουγκοσλαβία όπου οι σερβικές δυνάμεις κατέστρεψαν τη δημόσια βιβλιοθήκη στο Σεράγεβο, σε μια προσπάθεια να εξαλείψουν την πολιτιστική και ιστορική μνήμη της Βοσνίας, καθώς και η κροατική Gunners χτύπησε τη γέφυρα στο Μόσταρ και προέβηκε σε βανδαλισμούς σε σερβική ορθόδοξες εκκλησίες .
Στο χάος που επικράτησε μετά την εισβολή στο Ιράκ από αμερικανικά και συμμαχικά στρατεύματα στις αρχές του εικοστού πρώτου αιώνα, το κίνητρο για τη λεηλασία και την καταστροφή δεν ήταν η πολιτιστική γενοκτονία, αλλά το ίδιον όφελος, σε συνδυασμό με τη στρατιωτική αδιαφορία. Ο δημοσιογράφος Robert Fisk σημείωσε:Ήμουν από τους πρώτους που εισήλθαν στην λεηλατημένη Βαγδάτη, στο δρόμο υπήρχαν σωροί από σπασμένα Βαβυλωνιακά αγγεία και σπασμένα ελληνικά αγάλματα που προέρχονταν από το αρχαιολογικό μουσείο, Πρόσεξα και την ισλαμική βιβλιοθήκη της Βαγδάτης που ήταν μέσα στις φλόγες.
Ο Fisk εξηγεί: Από τα 4.000 αντικείμενα που ανακαλύφθηκαν το 2005 από τα 15.000 αντικείμενα που λεηλατήθηκαν από το Μουσείο της Βαγδάτης δύο χρόνια νωρίτερα, χιλιάδες βρέθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες. . . 600 στην Ιταλία, πολλά από τα οποία λεηλατήθηκαν κατόπιν παραγγελίας από ιδιώτες συλλέκτες . Η απληστία, σημείωσε, είναι παγκοσμιοποιημένη.
Είναι ζωτικής σημασίας να αντλήσουμε διδάγματα από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και να τεθούν αποτελεσματικές ρυθμίσεις, εκ των προτέρων για τις μελλοντικές μάχες για τη διάσωση και αποκατάσταση των πολιτιστικών αγαθών και την πρόληψη των λεηλασιών. Οι ρυθμίσεις αυτές δεν έγιναν στο Ιράκ το 2003, και η καταστροφή ήταν τεράστια.
Η διεθνής κοινότητα δεν μπορεί να αποτρέψει τη λεηλασία και καταστροφή κατά τη διάρκεια της εμφύλιας διαμάχης, αλλά μπορεί να λάβει μέτρα για την ελαχιστοποίηση στην περίπτωση των διακρατικών συγκρούσεων.
Πάνω απ 'όλα, πρέπει να είναι περισσότερο προσεκτικοί στην παρακολούθηση του εμπορίου της τέχνης με πολιτιστικά αντικείμενα, που στον απόηχο των συγκρούσεων, όπως αυτές στο Ιράκ ή το Αφγανιστάν, έχουν κλαπεί. Επίσης, να επιβάλουν το νόμου, παρεμβαίνοντας με κυρώσεις εναντίον εκείνων που ενθαρρύνουν ή πραγματοποιούν τέτοιες πράξεις.
Σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο, κάθε κράτος έχει καθήκον να ενεργεί ως διαχειριστής για την προστασία των πολιτισμών όλων των εθνών.

Τρίτη 29 Μαρτίου 2011

Ο σύγχρονος κόσμος οφείλει πολλά στους αρχαίους Έλληνες σχετικά με την ανάπτυξη της πολιτικής θεωρίας.

Του Ξηρού Γιώργου
Οι λέξεις κριτική, κρίνω προέρχονται από την αρχαία ελληνική γλώσσα, καθώς και η λέξη θεωρία .Από την εφαρμοσμένη κριτική θεωρία κάπου στο πρώτο μισό του 5ου αιώνα έχουμε την εφεύρεση της πολιτικής θεωρίας.
Από τα πρώτα παραδείγματα που έχουμε είναι το αρχαιότερο σωζόμενο έργο της αρχαίας ιστοριογραφίας, η Ιστορία του Ηροδότου που αναφέρεται στους Περσικούς Πολέμους, αποτελείται 9 βιβλία και πρέπει να κυκλοφόρησε στην οριστική μορφή του γύρω στο 425π.Χ., όμως τμήματά του είχαν πιθανότερα παρουσιασθεί νωρίτερα Με απαγγελίες σε διάφορα μέρη της Ελλάδας.
Τα αποδεικτικά στοιχεία προέρχονται από το τρίτο βιβλίο στα κεφάλαια 80-83 με την σύσκεψη των συνωμοτών για την μελλοντική μορφή του Περσικού κράτους. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο είμαστε στο έτος 522 π.Χ. και η περσική αυτοκρατορία βρίσκεται σε κρίση, δεδομένου ότι ένας σφετεριστής έχει καταλάβει το θρόνο. Επτά ευγενείς Πέρσες συνωμοτούν για την ανατροπή του σφετεριστή και την αποκατάσταση της νόμιμης κυβέρνησης.
Θεωρητικά, συζητούν ποια πρέπει να είναι η μορφή διακυβέρνησης για το καλύτερο μέλλον της περσικής αυτοκρατορίας. Τρείς από τους επτά συνωμότες προκρίνουν τα τρία πολιτεύματα, που και στον σύγχρονο κόσμο εφαρμόζονται: ο πρώτος μιλά υπέρ της δημοκρατίας αναφερόμενος στην ισονομία την ισότητα, ο δεύτερος υπέρ της αριστοκρατίας και ο τρίτος ο Δαρείος υπέρ της συνταγματικής μοναρχίας, που στην πράξη σημαίνει απολυταρχία. Δημοκρατία, ολιγαρχία και μοναρχία συγκρίνονται μεταξύ τους.
Πρακτικά, η μοναρχία κερδίζει, και ο Δαρείος γίνεται μονάρχης, όχι χωρίς λογιών- λογιών κατεργαριές.
Μία συζήτηση των Αρχαίων Ελλήνων σχετικά με τα πολιτεύματα μεταφέρει ο Ηρόδοτος στον Περσικό χώρο ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό την αντίθεση που υπάρχει μεταξύ Ελλήνων-βαρβάρων σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο.
Έτσι οι Έλληνες χαρακτηρίζονται από ελευθερία, επινοητικότητα, δικαιοσύνη, ανδρεία οι βάρβαροι ρέπουν προς την τρυφή, τη δουλεία και την δουλοπρέπεια καθώς και την πνευματική αδράνεια.
Με τον τρόπο αυτό αποδεικνύει ότι το καλύτερο εφαρμόσιμο πολίτευμα είναι η δημοκρατία, στις συζητήσεις σε αυτό το πολίτευμα κατέληξαν οι Έλληνες και εφαρμόζουν, και σε αυτό οφείλεται το νικητήριο γι αυτούς αποτέλεσμα των περσικών πολέμων.

Βιβλιογραφία:
1. Paul Cartledge, Εφεύρεση της πολιτικής θεωρίας.
2.Albin Lesky, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας.
3.Αντώνιος Τσακμάκης, Ιστοριογραφία-Πολιτικές Πραγματείες και Φύλλάδια.

Τρίτη 15 Μαρτίου 2011

1821: « Ρωμιοί ,Γραικοί, Έλληνες, προεπαναστατικές προσλήψεις της εθνικής ταυτότητας και οι πολιτικές τους προεκτάσεις»

1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Οι Τούρκοι μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, κατέκτησαν και τα υπόλοιπα Ελληνικά εδάφη και υποδούλωσαν όλους τους Έλληνες. Κατά τη διάρκεια της κατάκτησης της Ελλάδος, οι Τούρκοι δεν κατάφεραν να υποδουλώσουν και το πνεύμα των Ελλήνων. Οι Έλληνες κυριαρχούνταν από δύο υψηλές αρχές, τη θρησκευτική και τη γενεαλογική, εκμεταλλευόμενοι τη νωθρότητα, την πνευματική αδιαφορία του καταχτητή και την μη εξέλιξη του σε σχέση με τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη στον πνευματικό βιομηχανικό και εμπορικό τομέα, ανέπτυξαν σχέσεις με τα ευρωπαϊκά κράτη πλουτίζοντας και προάγοντας τη σκέψη τους. Όλα αυτά θα αποτελέσουν τον σταθερό καμβά πάνω στον οποίο θα αναπτυχθεί η επιθυμία των Ελλήνων που ζούσαν εντός και εκτός Ελλάδος να ζήσουν ελεύθεροι .
Απαραίτητη κρηπίδα για την εξασφάλιση της ελευθερίας των Ελλήνων αποτελούσε και η απόκτηση μίας κοινής εθνικής ταυτότητας. Κατά την διαδικασία εξεύρεσης αυτής της ταυτότητας προκρίθηκαν διάφορα ονόματα .
Σκοπός μας στο παρόν κείμενο έιναι η ανάδειξη αυτών των ονομάτων, τα επιχειρήματα των υποστηρικτών τους, και η σημασία που είχαν όλες οι διεργασίες σχετικά με την εξεύρεση του ονόματος στην λύτρωση του Γένους.

2. ΠΡΟΣΛΗΨΕΙΣ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ

Ο ελληνικός χώρος εκείνη την εποχή έμοιαζε με μωσαϊκό γλωσσών, θρησκειών, πολιτιστικών ταυτοτήτων, αφού συνυπήρχαν: Έλληνες ορθόδοξοι, μουσουλμάνοι, Εβραίοι, εξισλαμισμένοι Αλβανοί, Τούρκοι Μικρασιάτες, Βλάχοι .
Το πολυποίκιλο όμως μωσαϊκό έπρεπε να ενοποιηθεί ώστε οι άνθρωποι που το αποτελούσαν να αποκτήσουν Εθνική συνείδηση και ως έθνος να προετοιμάσουν την πολιτική μεταβολή, την απελευθέρωσή τους από τον κατακτητή και με την επανάσταση να την επιβάλουν. Ένα μέρος αυτής της ενοποίησης ήταν και η πρόσληψη εθνικής ταυτότητας, την αναγκαιότητα της οποίας την είδαν οι λόγιοι της εποχής , οι οποίοι και πρόκριναν το όνομα το οποίο πίστευαν ως πιο κατάλληλο.
Ο Δημήτριος Καταρτζής άνθρωπος του διαφωτισμού, σχετικά με το θέμα της πρόσληψης εθνικής ταυτότητας αναφέρει ότι οι Έλληνες μπορεί να μην αποτελούν έθνος που μπορούν να συγκροτήσουν πολιτεία, αφού είναι υποτελείς, αλλά έχουν πατρίδα. Για να το αποδείξει ανατρέχει στον ορισμό του πολίτη που μας δίνει ο Αριστοτέλης, συγκεκριμένα την ιδιότητα του ελεύθερου πολίτη το « μετείχαν κρίσεως και αρχής». Οι Έλληνες μετείχαν στη διοίκηση της πολιτείας των καταχτητών. Υπήρχαν ως εκκλησιαστικοί, πολιτικοί άρχοντες, με εξουσίες, αξιώματα, αλλά και ιδιοκτησίες. Έτσι οι κατακτημένοι Έλληνες, συμμετείχαν στο πολίτευμα ως πολίτες και οι Ελληνικές κοινότητες απολάμβαναν προνόμια που προσέγγιζαν την ελευθερία.
Επίσης, ο Καταρτζής αποτύπωσε τα κριτήρια που προσδιόριζαν τη νεώτερη ελληνική εθνότητα. Συνδέει τους νεότερους Έλληνες με τους ήρωες της κλασικής Ελλάδος και τους υπέρμαχους της ορθόδοξης πίστης στη Χριστιανική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ώστε με την ιστορική αυτή κοινή καταγωγή να ενισχυθεί η συμμετοχή των στην ενιαία εθνική κοινότητα. Η θεωρία αυτή της ιστορικής συνέχειας είναι το θεμελιώδες δόγμα του ελληνικού εθνικισμού. Ακόμη, δέχεται την καταγωγή του νεότερου ελληνικού ιδιώματος με την αρχαία γλώσσα και απορρίπτει την γραμματειακή ταύτιση των δύο, καθώς και την πλήρη ταύτιση των αρχαίων και νεότερων Ελλήνων ως κοινωνικών συνόλων. Υπάρχουν μεταξύ τους θεμελιακές διαφορές και αυτοί οι δύο λαοί αποτελούν ξεχωριστά έθνη, η εθνική κοινότητα όμως ήταν συνδεδεμένη με κοινά εθνικά ιδεώδη, οι Έλληνες αγαπούσαν την πατρίδα τους και είχαν μεγάλα αισθήματα πατριωτισμού.
Για να προσδιορίσει την κοινότητα χρησιμοποιεί τον όρο «έθνος» εγκαταλείποντας σταδιακά τον όρο «γένος». Γι αυτό και στο «έθνος» θέλει να του δώσει την ηγεσία που του αξίζει. Το ιδεώδες της φωτισμένης χριστιανικής διακυβέρνησης κυριαρχούσε στην συνείδηση του για να λύσει την πολιτική του προβλήματος . Το όνομα του πολίτη του έθνους κατά τον Καταρτζή θα πρέπει να είναι «Ρωμηό χριστιανό». Κάνοντας μία αναδρομή στο παρελθόν για τα ονόματα: Γραικός, Έλληνας, Ρωμηός, καταλήγει ότι το σωστό όνομα είναι Ρωμηός, απορρίπτοντας τα δύο άλλα ονόματα .
Οι περισσότεροι από τους Έλληνες διανοουμένους του Διαφωτισμού επικαλούνται τη φιλαλήθεια του Θεού για τη θεμελίωση του εξωτερικού κόσμου. Ο Ευγένιος Βούλγαρης, ο Δημήτριος Καταρτζής, ο Δανιήλ Φιλιππίδης, παραμένουν στα όρια του φιλόσοφου χριστιανού όπως αυτά τέθηκαν από το λωκιανό θρησκευτικό φιλελευθερισμό. Ο μεταγενέστερος ελληνισμός δεν απέβαλλε την συνείδηση των δεσμών του με τον αρχαίο. Στην συνείδησή τους, όμως, επενεργούσαν και ανασταλτικές δυνάμεις με κύρια αυτή της επικράτησης του χριστιανισμού στα χρόνια του Βυζαντίου. Ο όρος «Έλλην» σήμαινε ειδωλολάτρης και γι αυτό ήταν πολλοί εκείνοι που το όνομα αυτό το απέρριπταν και προτιμούσαν ένα από τα άλλα δύο ονόματα Γραικός ή Ρωμιός.
Ένας άλλος λόγος που δεν προκρίνονταν το όνομα Έλληνας, ήταν ο περιορισμός της παιδείας στο σύνολο του ελληνικού πληθυσμού. Επίσης, μερίδα της ορθόδοξης εκκλησίας καταφέρονταν εναντίον της μνήμης των αρχαίων φιλοσόφων. Και η πολιτική του Πατριαρχείου ήταν η αναχαίτιση των επαναστατικών επιδράσεων.
Αναφορά στην ονομασία του έθνους κάνουν και οι Δανιήλ Φιλιππίδης και Γρηγόρης Κωνσταντάς, αναλύοντας και τα τρία ονόματα που χρησιμοποιούνται. Δίνουν τη σημασία της κάθε ονομασίας καθώς και την καταγωγή τους καταλήγοντας στο ότι όλα τα ευρωπαϊκά έθνη μας ονομάζουν Γραικούς. Ιδιαίτερη αναφορά κάνουν στην Ελληνική γλώσσα, επισημαίνοντας ότι με την χρησιμοποίησής της από τους κατοίκους της τότε Ρωμαϊκής και Νέας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας είχε ως αποτέλεσμα να εξελληνισθούν.
Ο Δανιήλ Φιλιππίδης που βρισκόταν στο Παρίσι εγκαταλείπει την επαναστατημένη πόλη επιφυλακτικός με τη ριζοσπαστική τροπή της επανάστασης. Όμως οι αρχικές αμφιβολίες του που διατυπώνει μαζί με τον Γ. Κωνσταντά στη Νεώτερη Γεωγραφία, σχετικά κατά πόσο η φλόγα της Γαλλικής επανάστασης θα έκαιγε ή θα φώτιζε την Ευρώπη, μεταβλήθηκαν σε βεβαιότητα που καθόριζε τις γραμμές τις ιδεολογικής αντιπαράθεσης.
Οι παλαιότεροι αλλά και νεότεροι Διαφωτιστές που αντιμετώπισαν με εχθρότητα την Επανάσταση, βρέθηκαν κάτω από τη σκέπη της εκκλησίας και ονομάζονται «αντιδιαφωτιστές».
Η εποχή όμως του Διαφωτισμού όπου οι ιδέες στηρίζονταν στη δύναμη του ορθού λόγου, στην εξελιξημότητα του ανθρώπου και στην πρόοδο και ευτυχία του, έδινε αισιοδοξία στους πολίτες και προήγαγε τις ζωντανές γλώσσες, τα εθνικά ιδιώματα, την ανεξιθρησκία, την αξιοπρέπεια του και επί πλέον την πνευματική απελευθέρωση του κάθε ανθρώπου. Ιδιαίτερα, όταν σκλαβώθηκαν οι Έλληνες υποχρεώθηκαν να αναπτύξουν την εμπορική τους διάθεση με την αποδημία και γι αυτό και οργάνωσαν τις παροικίες τους στον ευρωπαϊκό χώρο. Αποτέλεσμα να βελτιώσουν τη σχέσεις τους με τη Δύση .
Στον ευρωπαϊκό χώρο δραστηριοποιείται το εμπορικό ελληνικό στοιχείο, γνωρίζοντας τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και συγκρίνοντας τον με τον τουρκικό και διαπιστώνοντας την κατωτερότητα του δεύτερου. Το ανθρώπινο αυτό δυναμικό, οι έμποροι, πίστευαν στην δύναμη του πλούτου και μάθαιναν σε έναν καλύτερο τρόπο ζωής . Οι έμποροι ενώ θα μπορούσαν να περιοριστούν στις κοινότητές τους, έχοντας σταθερές σχέσεις με την πατρίδα κάνοντας συγκρίσεις, βλέπουν τι τους στερεί η σκλαβιά και δεν τους αφήνει αδιάφορους. Διαθέτουν το χρήμα και την τόλμη προκειμένου να αποκτήσουν την ελευθερία και την ευζωία. Τα συστατικά της ευζωίας είναι , τα καλύτερα και τα περισσότερα αγαθά της ζωής : υγεία, διαβίωση, παιδεία, ψυχαγωγία. Θα σκεφτούν να επιδιώξουν να τα κερδίσουν αλλά και να τα πραγματοποιήσουν και στην μητέρα πατρίδα. Οι διάλογοι που κάνουν με τους λόγιους των περιοχών που ζουν θα τους δείξουν ότι η πηγή των αγαθών είναι η ελευθερία. Μία ελευθερία που ξεκινάει από την καθημερινότητα και απλώνεται σε όλες τις ανθρώπινες εκφάνσεις.
Η συμμετοχή των εμπόρων από απλή διαφώτιση σιγά - σιγά γίνεται εμπράγματη.
Αλλά προκειμένου να θεμελιωθεί η νέα αυτή πραγματικότητα δεν φτάνουν μόνο οι έμποροι και οι λόγιοι αλλά και οι Φαναριώτες και ο κλήρος.
Οι Φαναριώτες, μία νέα τάξη, γίνεται οικονομική δύναμη και άνθρωποι μέσα απ’ αυτήν θα γίνουν ηγεμόνες . Στις ηγεμονίες τους θα δώσουν ελληνικό χαρακτήρα και θα γίνουν οι κεραίες του ελληνισμού, μεταφέροντας στον ελληνικό χώρο την πνευματική ελευθεροσύνη. Αυτοί θα αποκτήσουν διοικητικές, νομοθετικές γνώσεις και διπλωματικές σχέσεις με αξιωματούχους ευρωπαϊκών χωρών, οι οποίες αργότερα θα χρησιμοποιηθούν στην επανάσταση για την απελευθέρωση της μητέρας πατρίδας. Επηρεαζόμενοι από τον Διαφωτισμό και τη Γαλλική επανάσταση πολλοί απ αυτούς θα είναι οι Έλληνες Διαφωτιστές οι οποίοι θα δώσουν στο ελληνικό σύνολο αναφορικά με την παιδεία νέους στόχους , νέους σκοπούς, την έννοια της συνείδησης του πολίτη, καθώς και νέα προβλήματα που έπρεπε να βρουν τη λύση τους.
Ένα από τα προβλήματα που έπρεπε να λυθεί ήταν αυτό της γλώσσας. Η γλώσσα που θα έπρεπε να είναι ενιαία και προσιτή σε όλο το λαό, προκειμένου να αναγιγνώσκει κείμενα που να κινούν την ψυχή προς μεγάλα πατριωτικά έργα. Η μόρφωση όμως ήταν προνόμιο των εύπορων και γι αυτό η λογιοσύνη ήταν ιδιαίτερα αισθητή στην προπαρασκευή του εικοσιένα . Δημοκρατικά φυλλάδια της διασπορά διοχετεύονταν στην Οθωμανική αυτοκρατορία που συνιστούσαν επαναστατική προπαγάνδα. Παραδειγματιζόμενοι από τις δυτικές πρακτικές θα έπρεπε ή να αναστηθεί η αρχαία γλώσσα ή να καθιερωθεί η γλώσσα του νέου Ελληνισμού εμπλουτιζόμενη από την αρχαία..
Η εθνική συνείδηση, ενώ βρίσκεται σε έξαψη τον ΙΗ αιώνα , διαπιστώνεται μία στροφή προς τον αρχαίο κόσμο. Περιηγητές στον Ελληνικό χώρο εξαίρουν τη σχέση μεταξύ του αρχαίου και ελληνικού κόσμου .Οι Έλληνες διαβάζουν Ιστορία ,βλέπουν με περηφάνια τους προγόνους τους και τα παιδιά των Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη μαθαίνουν για τη δημοκρατία. Κυκλοφορούν κείμενα ανώνυμα όπως η «Ελληνική Νομαρχία» τα οποία διεγείρουν καταστάσεις συναισθηματικές, βίαιη στάση απέναντι στον κλήρο και στο κατεστημένο δίνοντας τους χαρακτήρα μανιφέστου. Σύμφωνα με τα αναφερόμενα σ αυτή η Νομαρχία ως αρχή διακυβέρνησης ήταν το ακριβώς αντίθετο της μοναρχίας και της τυραννίας, καθεστώς ελευθερίας, ισότητας αρετής,αλληλεγγύης.
O Αδαμάντιος Κοραής που ζει στη Γαλλία, αποφασίζοντας όπως έλεγε να μην ξαναμιλήσει με τυράννους, μακριά από την ανησυχία της εκκλησίας ή από τα συμφέροντα των Φαναριωτών και πιστεύοντας ότι το αρχαίο πνεύμα μεταφέρθηκε στη Δύση και η Γαλλία, είναι ο διάδοχος της αρχαίας αθηναϊκής δημοκρατίας, αρχίζει έναν αγώνα από εκεί για την ελευθερία . Αγώνα για να εμφυτέψει στην ψυχή του ανθρώπου με την παιδεία, που είναι για αυτόν η αρετή ,τον πόθο της ελευθερίας.
Δίνει πρωτεύουσα σημασία στην προκοπή του γένους ,όπως το ονομάζει χωρίς προσδιορισμό .Και αναφέρει ότι μέσα από την παιδεία θα γίνει καλύτερο το γένος,εάν έχει ως πρότυπο του τους Γάλλους .Τη φιλογαλλική αυτή τοποθέτηση ο Κοραής συναρτά με την οριστική καταγγελία και απόρριψη οποιασδήποτε προσδοκίας Ρωσικής συναντίληψης στην ελληνική υπόθεση, μετά τη συμπεριφορά των Ρώσων στα Επτάνησα, τους οποίους χαρακτηρίζει άγριους, αφού δεν κατέχουν παιδεία.
Ο Κοραής ζώντας από κοντά τα γεγονότα της Γαλλικής επανάστασης και την πολιτική μεταβολή που επέφερε, τον ενέπνευσε με άνεμο ελευθερίας. Θα γινόταν όχι μόνο αυτήκοος και αυτόπτης φοβερών πραγμάτων, αλλά και κύριος συντελεστής της αφυπνίσεως του Ελληνισμού . Ο αναβρασμός των ελπίδων και η αναστάτωση των πνευμάτων στον Ελληνικό κόσμο, αποτελούσαν στοιχεία εθνικής αφύπνισης, που τα έβλεπε ως προάγγελο της παλιγγενεσίας. Σε ένα δοκίμιό του παρουσιάζει της διαδικασίες της κοινωνικής αλλαγής, της οικονομικής ανάπτυξης και της πολιτισμικής ανάκαμψης που προετοίμαζαν την αναγέννηση της Ελλάδας. Η ηθική μεταβολή θα γινόταν με την επανάσταση των πνευμάτων στην Ελληνική κοινωνία, που εκφραζόταν ως πόθος ελευθερίας .
Από την αρχή όμως της επανάστασης, εκείνο που ανησυχούσε τον Κοραή και του δημιουργούσε φόβο ήταν ο φανατισμός και η διχόνοια στους κόλπους των επαναστατών που έθεταν σε κίνδυνο τα επιτεύγματά της. Τον ανησυχούσε ο υπερβάλλων ζήλος των δήθεν προστατών της ελευθερίας, διότι όπως πίστευε, η ελευθερία όπως και η Θρησκεία ,έχει τους υποκριτές και τους φανατικούς.
Η επέμβαση του Ναπολέοντα στην ανατολή είχε δημιουργήσει προσδοκίες και έγιναν πολλά επίμονα διαβήματα των πατριωτών της Νοτιανατολικής Ευρώπης για βοήθεια .
Πρώτος ο Κοραής απηύθυνε αίτημα και ακολούθησαν και άλλα πολλά χωρίς όμως να βρουν ανταπόκριση και οι ελπίδες του στον Ναπολέοντα να διαψευστούν .
Αναφερόμενος στο όνομα του έθνους το αναφέρει ως έθνος των Γραικών. Αναφέρεται στην παιδεία που ημερεύει και την απαιδευσία που αγριεύει τους ανθρώπους, κάνει αναφορά στους αυτοκράτορες του Βυζαντίου που τους ονομάζει Γραικορωμαίους. Αυτοί έπρατταν αγριότητες για να κερδίσουν την εξουσία ,τέτοιες έκαναν και άλλοι βασιλείς όπως και οι Τούρκοι κατακτητές . ΄Έτσι αντιμετωπίζει ο Κοραής με απέχθεια την απόλυτη εξουσία αφού πιστεύει στο ελεύθερο πνεύμα .Σε κάποιες παρατηρήσεις του για τις διατάξεις του πρώτου Ελληνικού Συντάγματος της απελευθερωμένης Ελλάδας, μιλάει για εγκαθίδρυση μη μοναρχικού πολιτικού σχήματος με διασφάλιση όλων εκείνων των αξιών και των ρυθμίσεων που στην ιστορία της πολιτικής σκέψης συνδέονται με τον ατομικιστικό φιλευθερισμό και με ιδιαίτερη αναφορά στην κατοχύρωση της δικαιοσύνης και των ελευθεριών του ανθρώπου.
Όταν συγκρίνει τα δύο ονόματα Ρωμηός και Γραικός προκρίνει το δεύτερο, αφού το πρώτο αφορά βαρβάρους κατακτητές που μας είχαν στερήσει την ελευθερία μας, όπως υποστηρίζει ,χωρίς να απορρίπτει και την ονομασία Έλληνες ,αλλά προτιμάει το όνομα Γραικός αφού όλα τα φωτισμένα έθνη με αυτή την ονομασία μας γνωρίζουν . Αντίθετα με την ονομασία Ρωμηός, πιστεύει ότι θα φαινόμασταν στους προγόνους μας αχάριστοι στους δε κατακτητές μας και στα φωτισμένα έθνη ότι χαιρόμαστε να είμαστε δούλοι .
Χωρίζει ένας αιώνας τον Κοραή από τον Καταρτζή για την διαφορετική άποψη της ονομασίας του έθνους. Η απήχηση των επαναστατικών ιδεών μεταξύ των Ελλήνων έθεσε σε λειτουργία ιδεολογικούς μηχανισμούς, που σταδιακά τους απομάκρυναν από την παράδοση της μεταβυζαντινής Ορθοδοξίας, η οποία είχε βρει ένα ιδεολογικό modus vivendi με την Οθωμανική αυτοκρατορία και τους έστρεψε προς το κοσμικό ιδεώδες του αυτόνομου εθνικού κράτους ,όπου η γλώσσα θα υποκαθιστούσε τη θρησκευτική συνείδηση ως το πρωταρχικό στοιχείο της συλλογικής ταυτότητας.
Αργότερα στον Νεοελληνικό Διαφωτισμό κερδίζει έδαφος και εμφανίζεται η ονομασία Έλληνας η οποία σηματοδοτεί τον νέο Ελληνισμό, ο οποίος ενοποίησε όλους τους Ρωμιούς στην κατεύθυνση της ανεξαρτησίας του Ελληνικού χώρου με την επανάσταση με κέρδος την ελευθερία17. Προϋπόθεση της ανθρώπινης ύπαρξης είναι η ελευθερία και η άρση αυτή επιφέρει τον θάνατο ,αφού αυτός που τη στερείται και περιέρχεται σε κατάσταση δουλείας αναγκάζεται να πολεμήσει για να τη διατηρήσει ή να την επανάκτηση.




3. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑTA

Εάν κάνουμε μία συνολική αποτίμηση των όσων παραπάνω αναφέραμε, διαπιστώνουμε ότι, με τις αρχές και τις ιδέες του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού επιχειρήθηκε η πολιτική και ηθική διαπαιδαγώγηση του Γένους και η επαναστατική κινητοποίηση του. Η πραγμάτωση της όμως μπορούσε να υλοποιηθεί μόνο με την αναβίωση του Ελληνικού πατριωτισμού την ιδιαίτερη αυτή έννοια δεσμού μεταξύ των ανθρώπων μιας κοινότητας που αφιερώνονται στην υλοποίηση του κοινού σκοπού και διακατέχονται από αίσθημα αλληλεγγύης και συμπάθειας προς τους συμπατριώτες τους ,την αγάπη για την πατρίδα τους, έχοντας όλοι κοινή Εθνική ταυτότητα. Για την ονομασία-ταυτότητα του Γένους, προκρίθηκαν τα ονόματα Γραικός και Ρωμηός δίνοντας τα επιχειρήματά τους οι υποστηρικτές της κάθε μίας ονομασίας, καθώς και τη σημασία που θα είχε κάθε ονομασία για να εξασφαλιστεί η ελευθερία και η Δημοκρατία. Αργότερα, στο Νέο Ελληνικό κράτος θα επικρατήσει το όνομα Έλλην που προγενέστερα είχε απορριφθεί .

4.ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ



1. Αγγέλου 1999 = Ά. Αγγέλου, Των Φώτων Β΄΄Οψεις του Νεοελληνικού Διαφωτισμού ,ΜΙΕΤ,Αθήνα 1999 Αγγέλου 1999.

2. Δημαράς 2002= Κ. θ. Δημαράς, Νεοελληνικός Διαφωτισμός, Ερμής ,Αθήνα 1998.

3. Δ. Καταρτζής, Δοκίμια ,επιμ.Κ.Θ.Δημαράς,εκδ.Ερμής,Αθήνα 1974.

4. Κοραής 1969-70= Αδ. Κοραής ,Άπαντα ,τομ.Β΄:ο Κοραής και το 21, εκδ. Μπίρη ,Αθήνα 1969-70 .

5 Κιτρομηλίδης 2000= Π. Κιτρομηλίδης, Νεοελληνικός Διαφωτισμός, ΜΙΕΤ, Αθήνα 2000.

6. Κιτρομηλίδης 2000 = Π. Κιτρομηλίδης , Η Γαλλική Επανάσταση και η Νοτιοανατολική Ευρώπη, Πορεία ,Αθήνα 2000.

7. Μαργαρίτης, Μαρκέτος, Μαυρέας, .Ροτζόκος, 2002= Γ.Μαργαρίτης, Σπ. Μαρέτος, Κ.Μαυρεας, Ν.Ροτζόκος,Νεότερη και Σύγχρονη Ελληνική ιστορία, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 1999.

8 Τρικούπη 1993=Σπ. Τρικούπη, Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης .τομ .Α΄, ΕΚΔ. Νέα Σύνορα- Α.Α.Λιβάνη, Αθήνα 1993.

9.Φιλιππίδης- Κωνσταντας 1998= Δ. Φιλιππίδης, Γρ. Κωνσταντάς, Γεωγραφία Νεωτερική ,επιμ. Αικατερίνη Κουμαριανού,εκδ.Ερμής ,Αθήνα 1998.






Ξηρός Γιώργος







*/*/*

Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2011

Δάκες , ένας μυστηριώδης λαός

Η Δακία, στην αρχαία γεωγραφία, ήταν μια μεγάλη περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης Εκτείνονταν στις περιοχές των Καρπαθίων και τα Τρανσυλαβνίας, στη σημερινή βορειοκεντρική και δυτική Ρουμανία. Οι Δάκες παλιότερα κατείχαν εδάφη νότια του Δούναβη Η πρωτεύουσα της Δακίας ήταν η Ζαρμιζεγεθούσα (Sarmizegetusa).
Οι Δάκες λαός γεωργικός, εκμεταλλεύονταν τα πλούσια μεταλλεία του αργύρου, σιδήρου και χρυσού. Εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στη αγορά των δούλων της Αθήνας τον 4ο αι. π.Χ. Αργότερα ανέπτυξαν και εμπορικές σχέσεις με τους Έλληνες (εισάγοντας κυρίως κρασί) και χρησιμοποίησαν ελληνικά νομίσματα. Μιλούσαν μια θρακική διάλεκτο και είχαν επηρεαστεί πολιτιστικά τους γείτονες τους Σκυθες και τους Κέλτες.
Οι Δάκοι συγκρούστηκαν με τα ρωμαϊκά στρατεύματα το 112, το 109 και το 75. π.Χ. Περίπου το 60-50 π.Χ. ο βασιλιάς των δακών Βοιρεβίστας ενοποίησε και επέκτεινε το βασίλειο του, το οποίο, όμως, μετά τον θάνατό του διασπάστηκε σε τέσσερα τμήματα.
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του ρωμαίου αυτοκράτορα Αυγούστου (27π.Χ.-14 μ.Χ.) και πάλι το 69 μ.Χ. , οι Δάκοι εισέβαλαν στη ρωμαϊκή επαρχία της Μοισίας αλλά κατατροπώθηκαν. Οι Δακικοί πόλεμοι που έγιναν (85-89 μ.Χ.) κατά τη εποχή του Δομητιανού οδήγησαν στην αναγνώριση της ρωμαϊκής κυριαρχίας στη Δακία.
Οι ρωμαίοι αποκόμισαν τεράστια πλούτοι εκμεταλλευόμενοι τα μεταλλεία, δημιουργώντας για τη μεταφορά των προϊόντων σημαντικές οδικές αρτηρίες.
Το 1059 μ.Χ. σύμφωνα με την Άννα Κομνηνή στο βιβλίο «Αλεξιάς», οι αρχηγοί των Δακών παραβιάζοντας την συνθήκη ειρήνης που είχαν συνάψει με τους Ρωμαίους, μετανάστευσαν ακολουθούμενοι από τους Μοισούς, από τις περιοχές του Ίστρου, σε εδάφη βυζαντινά, προβαίνοντας σε λεηλασίες. Αιτία της μετανάστευσης, όπως αναφέρει η Κομνηνή, ήταν η άσπονδη έχθρα ενός γειτονικού λαού των Γετών, που δεν έπαυε να τους ληστεύει. Εναντίον των Δακών και των Μοισών, κινήθηκε ο Ισαάκιος αναγκάζοντας τους να τραπούν σε φυγή .
Η Άννα Κομνηνή αναφέρει ότι στις δύο πλευρές του Αίμου εκεί όπου δρούσαν οι Σκύθες κατοικούσαν πολλά και πλούσια γένη : στα βόρεια οι Δάκες και οι Θράκες και στα νοτιότερα πάλι Θράκες και Μακεδόνες. Επίσης αναφέρει την συμμετοχή ενός σημαντικού αριθμού στρατιών Δακών με επικεφαλής τον ονομαζόμενο Σολωμόντα (έκπτωτος βασιλιάς της Ουγγαρίας), στο στράτευμα των Σκυθών, κατά την Άνοιξη του 1087 που λεηλάτησε περιοχές του Βυζαντινού κράτους και συγκρούστηκε με τον βυζαντινό στρατό . Αυτός ο πόλεμος που κράτησε έως το 1090.
Σε μία άλλη πηγή «Στρατηγικόν Κεκαυμένος» σε αναφορά που κάνει στις συνήθειες και την προέλευση των Βλάχων, όχι με επαινετικά λόγια, συναντούμε τη Δακία. Για τη προέλευση των Βλάχων λέει ότι κατάγονται από τη Δακία . Συγκεκριμένα αναφέρει ότι οι Δάκες ήταν ένας λαός που κατοικούσε κοντά στον Δούναβη και στον ποταμό Σάο (Σάβα). Δεν τήρησαν την εμπιστοσύνη που τους έδειχναν οι «παλιοί ρωμαίοι αυτοκράτορες» και βγαίνοντας από τα οχυρά τους λεηλατούσαν τις γύρω περιοχές. Έτσι οι Ρωμαίοι πολέμησαν τους Δάκες και τον αρχηγό τους Δεκάβαλο καθώς και τους Βέσους, το 102 μ.Χ. επί αυτοκράτορος Τραϊανού και τους αναγκάστηκαν να διασκορπιστούν σε όλη την Ήπειρο την Μακεδονία ,αλλά και στην Ελλάδα (οι περιοχές ήταν χωρισμένες σε Θέματα, ένα από αυτά ήταν η Ελλάδα, περιοχή Θεσσαλίας, Κεντρική Ελλάδα) όπου εγκαταστάθηκαν οι περισσότεροι.
Το λεξικό Σουίδα, τη Δακία την αναφέρει ως μία χώρα που την «ίδρυσε» ο αυτοκράτορας Τραϊανός.
Από τη Δακία διέρχεται ο ποταμός Δούναβης, και στις κοίτες του ποταμού έχουμε αρχαιολογικά τεκμήρια της ιστορίας της περιοχής:
Στο περιοδικό «Αττικό Μουσείο» του 1890, σε άρθρο για το ποταμό Ίστρο αναφέρεται: ο ποταμός Ίστρος όπως μετονομάστηκε από του Ρωμαίους σε ποταμό Δούναβη, και οποίος ρέει από τις περιοχές τα Γερμανίας της Αυστρίας, της Ουγγαρίας, της Σερβίας , της Δακίας και την απέναντι αυτής Βουλγαρίας και χύνεται στον Εύξεινο Πόντο. Στη συνέχεια το άρθρο αναφέρει : ρωμαϊκά ερείπια που βρίσκονται εκατέρων των όχθεων του ποταμού, φαίνονται από το ατμόπλοιο που διασχίζει τον ποταμό στη περιοχή Τουρνοσεβερίνον. Τα ερείπια αυτά είναι οι κίονες που στήριζαν την ξύλινη γέφυρα η οποία κατά Δίωνα τον Κάσσιον έγινε κατ εντολή του αυτοκράτορος Τραϊανού στην δεύτερη εκστρατεία κατά του βασιλέως των Δακών Δεκαβάλου. Μέσω αυτής ο Τραϊανός μετέφερε τα στρατεύματα του, όπως ανά φέρεται και στο Λεξικό Σουίδα, αλλά ο Ανδριανός την γκρέμισε φοβηθείς μήπως την χρησιμοποιήσουν οι βάρβαροι εναντίον των ρωμαίων στρατιωτών. Στην περιοχή αυτή αρχαιολόγοι σε ανασκαφές βρήκαν όπλα, θώρακες, τα οποία είχαν χρησιμοποιηθεί από τους ρωμαίους στην εκστρατεία τους κατά των Δακών. Επίσης στο Τουρνοσεβερίνον διακρίνεται και ένας πύργος ανεγερθείς το 210 υπό Σεβήρου διοικητή της Μυσίας επί αυτοκράτορος Φιλίππου , εξ ου και το όνομα Τουρνοσεβερίνον, που σημαίνει Σεβήρου Πύργου. Λίγο πιο μετά και πριν από ένα ρυάκι με όνομα Τσέρνα, όπου ορίζει τα σύνορα μεταξύ Δακίας και Ουγγαρίας, βρίσκονται οι περίφημες Σιδερές Πύλες , ονομασία που δόθηκε λόγω της στενότητας που παρουσιάζει εκεί ο ποταμός. Επίσης, λόγω της ύπαρξης πολλών σκοπέλων, που ενέπνεαν τρόμο στους ναύτες, το μέρος ονομάζονταν και η Σκύλα και η Χάρυβδης.
Αν και οι Δάκες δεν άφησαν πίσω τους γραπτά τεκμήρια της ιστορίας τους, ενώ τα ονόματα των αρχηγών τους είναι από καιρό ξεχασμένα, η πρόσφατη ανεύρεση χρυσών βραχιολιών υπενθυμίζει την ύπαρξη αυτού του μυστηριώδους λαού. Επιβεβαιώνει την ενασχόληση των Δακών με την μεταλλουργία και τη δημιουργία περίτεχνων κοσμημάτων. Επίσης, αποδεικνύεται η σημαντικότητα που είχε η περιοχή, λόγω της ύπαρξης πλούσιων κοιτασμάτων αργύρου και χρυσού .

Τα είκοσι τέσσερα χρυσά βραχιόλια, σπειροειδούς σχήματος, με βάρος ενός κιλού το καθένα και ηλικία 2000 ετών, ήρθαν τυχαία στο φως από αρχαιοκαπήλους στην περιοχή Sarmizegetusa Regia της Ρουμανίας
Οι αρχαιοκάπηλοι που έδρασαν στην Sarmizegetusa Regia αποκάλυψαν είκοσι τέσσερα αντικείμενα, δώδεκα από τα οποία έφτασαν τελικά στα χέρια των αρχών και εξετάστηκαν από επιστήμονες. Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά. Διαψεύδοντας τους ισχυρισμούς των αρχαιοκαπήλων ότι είχαν κατασκευάσει οι ίδιοι τα βραχιόλια – προφανώς ένας τρόπος να μειώσουν την ποινή τους – οι ειδικοί διαπίστωσαν ότι τα αντικείμενα ήταν για αρκετό διάστημα θαμμένα ενώ από συνευρήματα που επίσης κατατέθηκαν, χρονολογούνται μεταξύ 100 και 70 π.Χ. Η ποσότητα και η περιεκτικότητα του χρυσού από το οποίο αποτελούνται αποδεικνύουν ότι δεν είχαν κατασκευαστεί για προσωπική καθημερινή κόσμηση. Σύμφωνα με τον αρχαιολόγο Bogdan Constaninescu, τα αντικείμενα μπορεί να ήταν προσφορές προς τον μοναδικό γνωστό δακικό θεό, τον Ζάλμοξι. Ένας άλλος αρχαιολόγος, ο Otis Crandell, που δεν συμμετείχε στην επιστημονική ομάδα, υποστηρίζει ότι μπορεί να κατασκευάστηκαν και να χρησιμοποιήθηκαν ως αντικείμενα με ανταλλακτική αξία. Ότι και να γινόταν, τα βραχιόλια αποτελούν τη μοναδική ένδειξη για τον πλούτο αλλά και την τεχνογνωσία των Δακών.
Τα αντικείμενα φυλάσσονται τώρα στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας στο Βουκουρέστι.

Βιβλιογραφία:
-Άννα Κομνηνή, Αλεξιάς
-Κεκαυμένος, Στρατηγικόν
-Λεξικό Σουίδα
-National Geographic
-Περιοδικό, Αττικόν Μουσείον, στο www. europeana.eu
γ.ξ.

Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2011

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ

Εκατό χρόνια από τον θάνατό του.


Από τη σύνταξη.

Όπως και άλλοι Έλληνες ηθογράφοι της γενιάς του 1880, έτσι και ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1851-1911) κατάγονταν από μη αστική τουρκοκρατούμενη περιοχή. Γιός παπά από τη Σκιάθο, δεν είχε στη διάθεσή του καμιά από τις κοσμοπολίτικες δυνατότητες που είχαν άλλοι πεζογράφοι. Άφησε το πανεπιστήμιο Αθηνών χωρίς να πάρει πτυχίο, για οικονομικούς λόγους. Για βιοποριστικούς λόγους γράφει και μεταφράζει ιστορικά μυθιστορήματα και νουβέλες για περιοδικά. Η ενασχόλησή του αυτή επηρέασε το συγγραφικό του έργο. Ο Παπαδιαμάντης είναι ο πρώτος αποκλειστικά επαγγελματίας συγγραφέας στην Ελλάδα, με την έννοια ότι έγραφε για βιοπορισμό.
Η συγγραφική του σταδιοδρομία, ως ενός από του εξέχοντες έλληνες συγγραφείς αρχίζει το 1887 με το διήγημα «Το Χριστόψωμο», ακολουθούν διακόσια περίπου διηγήματα, μεταξύ των οποίων και ο «Βαρδιάνος στα Σπόρκα» (1893), «Η Φόνισσα» (1903) το πιο επιτυχημένο του έργο, και τα «Ρόδινα ακρογιάλια» (1907)
Η ηθογραφία (1880-1910) στρέφονταν στην αναπαράσταση της ελληνικής πραγματικότητας, ιδιαίτερα της ελληνικής επαρχίας. Τα σύγχρονα ευρωπαϊκά ρεύματα του νατουραλισμού και του ρεαλισμού συνόδευαν την ελληνική ηθογραφία. Στα έργα τη περίοδο αυτή είναι έκδηλη η γλωσσική διαμάχη του ζεύγους δημοτικής ,καθαρεύουσας. Στο ίδιο αφήγημα διαπιστώνουμε μιαν αντιθετική συνύπαρξη των δύο γλωσσικών μορφών , μιας λόγιας για το μέρος του αφηγητή και μιας λαϊκής για τον ευθύ λόγο των προσώπων, το διάλογο.
Η πιο αντιπροσωπευτική περίπτωση υφολογικής πολυγλωσσίας είναι ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Η βασική του θεωρητική θέση του, όπως διατυπώνεται στο άρθρο του «Γλώσσα και κοινωνία»(1907), συνίσταται στην απόκρουσή του ψυχαρισμού, επειδή έρχονταν, μαζί με τους άλλους «ξενισμού» από την Ευρώπη. Ωστόσο στο αφηγηματικό έργο του Παπαδιαμάντη διαπιστώνουμε γλωσσική πολυφωνία: η καθαρεύουσα χρησιμοποιείται στον λόγο του κύριου αφηγητή, στον λόγο του εσωτερικού αφηγητή, όταν πρόκειται για μορφωμένο, η απλή καθαρεύουσα χρησιμοποιείται σε διαλόγους, ιδίως κληρικών ή άλλων μορφωμένων, η δημοτική χρησιμοποιείται σ ολόκληρη τη εσωτερική αφήγηση στο λόγο του κύριου αφηγητή με εισαγωγικά ή πλάγια γραφή και στο διάλογο των προσώπων. Χρησιμοποιεί επίσης τοπικές διαλέκτους (κυρίως της Σκιάθου) και ιδιολέκτους.
Στο πεζογραφικό έργο του Παπαδιαμάντη διαπιστώνουμε τη συγγένεια με τον Βιζυηνό σε αφηγηματολογικό επίπεδο. Ο Παπαδιαμάντης δημιούργησε αφηγήματα που υπερβαίνουν τις συμβάσεις της ρεαλιστικής αφήγησης, ενώ ταυτόχρονα χαρακτηρίζονται από «ποιητικότητα ή λυρικότητα». Μία άλλη ομοιότητα με τον Βιζυηνό είναι και η χρήση στα κείμενά τους, όπως προαναφέραμε. παλιότερων γλωσσικών τύπων ή της καθαρεύουσας και μιας ιδιωματικής δημοτικής που σχεδόν πάντα απηχεί το ιδίωμα του τόπου καταγωγής των συγγραφέων.
Το διήγημα «Όνειρο στο Κύμα» είναι ένα παραδειγματικό παπαδιαμαντικό κείμενο με την έννοια ότι σε αυτό αντιπαρατίθενται δύο διαφορετικοί κόσμοι, ένα κόσμος ρεαλιστικός και ένας φανταστικός ή υπερβατικός. Ο Παπαδιαμάντης διαφοροποιείται από τις ρεαλιστικές συμβάσεις της ηθογραφίας, κάτι που το επισημαίνει και ο Κώστας Στεργιόπουλος (1986).Διαπιστώνουμε ότι το στοιχείο που συνδέει το έργο του Παπαδιαμάντη με τον νατουραλισμό είναι το ενδιαφέρον του για τι σκοτεινές δυνάμεις της ψυχής ενώ τα στοιχεία που συνιστούν τον λυρισμό του χαρακτήρα σχετίζονται με το «μεταφυσικό υπόβαθρό του».
Τα απάντα του Παπαδιαμάντη εξεδόθησαν με φιλολογική και κριτική επιμέλεια του Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλου ( 5 τόμοι, Δόμος , Αθήνα 1981-88). Αρκετά αό τα διηγήματά του κυκλοφορούν και άλλες εκδόσεις.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
1. Α. Αναστασιαδου, Η Γενιά του 1880.Πεζογραφία-Ποίηση στο
Γράμματα ΙΙ Νεοελληνική Φιλολογία (19ος και 20ο αιώνας), Πάτρα 2000,
εκδ. ΕΑΠ.
2. R.Beaton, Εισαγωγή στη Νεότερη Ελληνική Λογοτεχνία, μτφ. Ευαγγελία
Ζούργου-Μαριάννα Σπανάκη,, Αθήνα 1996, εκδ. Νεφέλη.
3. Μ. Κπιδάκης, Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα 1999, εκδ. Ελληνικό
Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχαίο.

γ.ξ.


Γιατί διαβάζουμε Παπαδιαμάντη σήμερα

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ


Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ο πένης.
Διαφορετικοί σε ηλικία και επάγγελμα αναγνώστες του Παπαδιαμάντη, από τον φιλόλογο και εκδότη του Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλο και τον ζωγράφο Χρήστο Μποκόρο μέχρι τον μουσικό Μάνο Αχαλινωτόπουλο, μας εξηγούν γιατί διαβάζουν σήμερα τον Σκιαθίτη διηγηματογράφο.

Γιατί τον αγαπάμε ακόμη

Σπυρος Γιανναρας
«Καθώς ο ελληνικός κόσμος χαλαρώνει στην ασφυκτικά αναπαυτική αγκαλιά της φανταστικής ευρωπαϊκής κοινότητας, αυτού του πολυσυλλεκτικού κατασκευάσματος που στηρίζεται στην αναγκαιότητα της οικονομίας κι όχι σε εκείνη του αισθήματος, ο Παπαδιαμάντης θα έπρεπε ν' απομακρύνεται και να χάνεται από τα μάτια μας, όπως τόσοι άλλοι πριν και μετά από αυτόν. (...) Ομως ο Παπαδιαμάντης λάμπει περισσότερο παρά ποτέ κι αυτό συμβαίνει παρά τη θέλησή μας». Με αυτά τα λόγια ξεκινούσε ο αείμνηστος Χρήστος Βακαλόπουλος την αποτίμηση της σχέσης μας με τον Σκιαθίτη διηγηματογράφο στα 1991. Σήμερα, έναν αιώνα από τον θάνατό του, πολλά έχουν αλλάξει κι εμείς μοιάζει να έχουμε προχωρήσει μακριά στον δρόμο που μας απομακρύνει από εκείνον. Ερχόμαστε αντιμέτωποι με τα πρώτα επίχειρα της φαντασιώδους επιθυμίας μας για άκοπη κι απρόσκοπτη, αέναη μεγιστοποίηση της καταναλωτικής μας ευχέρειας στην οποία στηρίξαμε τη ζωή μας, με την κατάλυση της υποτυπώδους κοινωνικής μας συνοχής να φαντάζει πιθανό απώτερο ενδεχόμενο.
Ο αριθμός των ανθρώπων που μπορούν σήμερα να απολαύσουν το παπαδιαμαντικό κείμενο συρρικνώνεται διαρκώς. Κυρίως όμως μοιάζει να έχει μειωθεί δραστικά ο αριθμός όσων μπορούν να συλλάβουν ολόκληρο, αδιαχώριστα δηλαδή, το έργο μαζί με τον άνθρωπο. Γιατί ο Παπαδιαμάντης που διεκδικεί επάξια μια θέση στο παγκόσμιο λογοτεχνικό στερέωμα είναι κάτι πολύ παραπάνω από έναν εξαίσιο ηθογράφο της αλλοτινής Ελλάδας, που στήνει στα πόδια τους με ανυπέρβλητο τρόπο ολοζώντανους εμβληματικούς χαρακτήρες μιας δεδομένης κοινωνίας. Αν ο Παπαδιαμάντης μας αποκαλύπτει, σύμφωνα με τον Βακαλόπουλο «την ιερή μελωδία της πραγματικότητας», έναν σεβάσμιο δηλαδή τρόπο σχέσης με ανθρώπους και πράγματα πέρα από τη χρηστική ωφελιμοθηρία, η αντιμετώπισή του μόνο ως μεγάλου συγγραφέα ή μόνο ως ταπεινού ασκητή απειλεί να τον ακυρώσει, θίγοντας την ακεραιότητά του.
Παρόλα αυτά, ίσως τώρα να μπορούμε να αποτιμήσουμε ευκολότερα τη σχέση μας μαζί του. Ζητήσαμε λοιπόν από διαφορετικούς σε ηλικία και επάγγελμα, αναγνώστες του να μας εξηγήσουν γιατί τον διαβάζουν σήμερα. Από τις απαντήσεις προκύπτει ότι ο Παπαδιαμάντης εξακολουθεί να λάμπει παρά τη θέλησή μας, λειτουργώντας ως μεσάζων στην ανακάλυψη ενός βαθύτερου εαυτού μας από τον οποίο δεν έχουμε αποκοπεί πλήρως.


Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ποιητής πάνω απ’ όλα

Παντελής Μπουκάλας
«Εν τινι παρεκκλησίω της εν... Μονής υπήρχε κιβώτιόν τι παλαιόν και σεσαθρωμένον, πλήρες εφθαρμένων βιβλίων. Ουδείς των σοφών περιηγητών των επισκεφθέντων κατά καιρούς την βιβλιοθήκην της Μονής ηξίωσε να ρίψη εκ περιεργείας βλέμμα και προς το λησμονημένον κιβώτιον». Παπαδιαμάντης. Προφανώς. «Οι έμποροι των εθνών». «Τι σε Δημητράκη καλέσωμεν; μουσικόν της καραβάνας, ψάλτην του γλυκού νερού, που κοιτάζεις στο βιβλίον και τα λες στα κουτουρού• ιμάμην των Χοτζάδων προεξάρχοντα, χαμάμην των Μποχώρηδων εξάρχοντα• αμανετζήν ηχηρότατον και μπατακτσήν οχληρότατον. Μας λίγωσες απ' τη γλύκα τας ψυχάς ημών». Κι αυτό Παπαδιαμάντης. Σατιρικότατος, με την «Ακολουθία του Σπανού», του 14/15ου αιώνα, οπωσδήποτε υπόψη του («Αλαλα τα χείλη των μιαρών, σπανών των κακίστων, και μεγάλων κακοποιών»). Δηλαδή, όχι προφανώς Παπαδιαμάντης, τουλάχιστον έτσι όπως δημιουργήθηκε με τα χρόνια, και ερήμην του, η λογοτεχνική «προφάνειά» του και όπως καλλιέργησε τις προσδοκίες των αναγνωστών του η καθυπόταξή του στο στενό σχήμα του «αγίου των γραμμάτων».
«Και τώρα, όταν ενθυμούμαι το κοντόν εκείνο σκοινίον, από το οποίον εσχοινιάσθη κ' επνίγη η Μοσχούλα, η κατσίκα μου, και αναλογίζωμαι το άλλο σχοινίον της παραβολής, με το οποίον είναι δεμένος ο σκύλος εις την αυλήν του αφέντη μου, διαπορώ μέσα μου αν τα δύο δεν είχαν μεγάλην συγγένειαν, και αν δεν ήσαν ως» σχοίνισμα κληρονομίας» δι' εμέ, όπως η Γραφή λέγει». Παπαδιαμάντης. Και πάλι προφανώς, «Ονειρο στο κύμα», με ηπιότερη δημοτική, πλην με τη Γραφή και τη γνώση της παρούσα όσο σε ελάχιστους. Αλλά και το επόμενο Παπαδιαμάντης, δημοτικός, και γι' αυτό «απροσδόκητος», τουλάχιστον κατά τα στερεότυπα: «Μοναχός εγώ αγρυπνάω, / νυχτερεύω μοναχός• 'λεημοσύνη σάς ζητάω, / νύχτα, δόλι' αγάπη, φως!» - ακριβώς στο βηματισμό τού «Μοναχή το δρόμο επήρες...»
Δεν χρειαζόταν να συνυπολογίσει τους παραπάνω στίχους ο Σεφέρης για να συμπεράνει πως «η μόνωση των Ελλήνων ποιητών είναι μεγάλη• είτε ο ποιητής ονομάζεται Κάλβος, είτε Παλαμάς, είτε Παπαδιαμάντης». Το κρίσιμο άλλωστε στο σεφερικό πόρισμα είναι ο χαρακτηρισμός του Σκιαθίτη ως ποιητή. Αυτό ήταν: ποιητής. Κι όχι λόγω των λιγοστών ποιημάτων του. Τα πεζά του, ένας κόσμος πλήρης μες στην ποικιλία του, του δίνουν τον τίτλο με ακέραιη την ουσία του.

Με τις ανταύγειες του υψιδρόμου σέλαος

Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος*
Σε μια απαρατήρητη αλλά οξυδερκέστατη υποσημείωσή του ο Σεφέρης γράφει ότι το δόγμα του Παπαδιαμάντη έγινε «φύσις», τόσο που να τον μειώνει καίρια κανείς όταν το παραβλέπει (το δόγμα). Την επανέλαβε με ολόκληρο δοκίμιο εδώ και 50 χρόνια ο Λορεντζάτος, ωστόσο οι μειώσεις είναι αναρίθμητες. Δεν είναι άσχετες με την «φύσιν» του αυτές οι αράδες του Παπαδιαμάντη : «Ω, αι ώραι του λυκαυγούς!... Ιδού «αυτόμαται ήξαν πύλαι» ας έχον ώραι, πλην ας αφήσωμεν τους παλαιούς, και ας ψάλωμεν μετά του Κοσμά του θεσπεσίου: «Προσενωπίω σοι ώραι, υπεκλίθησαν, φως γαρ και προ ποδών υψίδρομον σέλας, Χριστέ...»» (226. 23-26). Παρέλκει εδώ η ερμηνεία της διάβασης από τον Ομηρο στον Κοσμά. Θέλω να πω μόνο ότι διαβάζω τον Παπαδιαμάντη αχώριστο από την «φύσιν» του, με όσες ανταύγειες του υψιδρόμου σέλαος αξιώνομαι και πάντοτε με σκηνικό την παπαδιαμαντική θάλασσα της Λίμνης Ευβοίας, απείκασμα του «άνω βυθού».
* Φιλόλογος - Επιμελητής Απάντων Παπαδιαμάντη

Ζωή σαν ηθογραφία

Νίκος Γ. Ξυδάκης
Είχα την τύχη να ακούσω Παπαδιαμάντη στο εξατάξιο γυμνάσιο και να διδαχθώ καθαρεύουσα και αρχαία. Δεν λάτρευα τα εις -μι ρήματα, αλλά τα διηγήματα του Σκιαθίτη-Αθηναίου έφερναν ρίγη ακατανόητα στην εφηβική ψυχή, σχεδόν ισοδυνάμως με τον Καρυωτάκη και το ροκ. Εκτοτε επιστρέφω συχνά. Αλλιώς. Διαρκώς.
Με τον καιρό, βυθίστηκα στην πρόζα του, τη μουρμουριστή και εμμελή, ακολούθησα το βλέμμα του πάνω στους ανθρώπους, το βλέμμα του που χαϊδεύει εταστικά λοφίσκους και γραΐδια, τον τρόπο με τον οποίο ιχνογραφεί απαλά το κοινό και το κύριο, εισέπνευσα το ψυχικό άρωμα της ακατακρισίας, της συμπόνιας, της συχώρεσης, της αγάπης. Με τον καιρό, άρχισα να σκέφτομαι ότι ο Παπαδιαμάντης μάς έμαθε να βλέπουμε τον τόπο που ζούμε, τον τρόπο που ζούμε, ανθρώπους αντινομικούς, παλαιούς, παράφορους, αλλοπρόσαλλους, δαιμονισμένους και άγιους, σοφούς, ανθρώπους που ζουν τη ζωή σαν ηθογραφία διάστικτη από ποταπότητα και μεγαλείο. Με τον καιρό, ένιωσα ότι ο Παπαδιαμάντης έβαλε στο ορατό φάσμα τον κόσμο μας με τρόπο συναρπαστικό και δυσχερή, τέτοιο που απαιτεί από τον αναγνώστη ένα ορισμένο ήθος, άσκηση, κόπο. Και, παραδόξως, ανεξιθρησκεία: ο ορθόδοξος και Ελλην Παπαδιαμάντης μάς ιστορεί σαν μείγματα φωνών και δοξασιών, σαν γοητευμένους από το νάι φερέοικου δερβίση, σαν συνδαιτυμόνες του δόκτορος Βουντ, σαν τον αντινομικό Κερκυραίο μπαρμπα-Πύπη, βαφτισμένο καθολικό μα πολέμιο του Πάπα, γαλουχημένο Δυτικό μα πολέμιο των Αγγλων, όστις τα «πατερμά του ήξευρε ρωμέικα» και τάμα είχε να κατεβαίνει πεζός ώς τον Πειραιά για την Ανάσταση.
Καθώς μας ιστορεί, μας διδάσκει• μάλλον, μας υποβάλλει αβίαστα να μας βλέπουμε πραγματικά, ένυλα, ιστορικά και ταυτοχρόνως να μας φανταζόμαστε υπέρτερους, να προβάλλουμε την αλήθεια μας πέραν του χαμηλού μας βίου, στον απέραντο γλαυκό ορίζοντα του πελάγους. Ακούγοντας τη σιγαλή, ψαλτική του πρόζα, μινύρισμα τρυγόνος και δοξολογία κορυδαλλού, μάθαμε να διακρίνουμε τη βαθύτερη ουσία των καταγωγικών ιχνών: ξωμάχοι, εργατικοί, μικροαστοί, τυχοδιώκτες, πλάνητες, αλαφροΐσκιωτοι, αγυιόπαιδες, αναδύθηκαν μπρος τα μάτια μας, έγιναν ορατοί, κι ήταν οι δικοί μας άνθρωποι, γονείς και γείτονες• καδραρισμένοι σε τοπία ξάφνου ορατά, φωτισμένα αλλιώς, τοπία που έμεναν αθέατα, ασυναίσθητα - ελαιώνες, ακρωτήρια, λιμάνια, κρασοπουλιά, καφενεία, τελωνεία, λοιμοκαθαρτήρια, μαχαλάδες, περιβόλια, αμπέλια, λαγκάδια, ναΐσκοι, αρσανάδες... Κι ήταν ο δικός μας κόσμος, τόσο σύνθετος, τόσο πλούσιος, όσο ο κόσμος του Μπαλζάκ, του Φλωμπέρ, του Τσέχωφ, του Ντοστογιέφσκι. Κόσμος που αξίζει να ζεις και να τον παλεύεις, χωρίς βαρυγκώμιες και συμπλέγματα, κόσμος φιλόσοφος και αναστοχαστικός. Χωρίς εκβιασμένα ηθικά διδάγματα, αλλά με βαθιά ενσυναίσθηση: «Ο γερο-Φραγκούλης επίστευε και έκλαιεν... Ω, ναι, ήτον άνθρωπος ασθενής• ηγάπα και ημάρτανε και μετενόει...».

Τελικά, ήταν συχωριανός μου...

Σπύρος Παπαδόπουλος*
Οι ιστορίες που άκουγα για σχεδόν τριάντα χρόνια, μιλούσαν για μεγάλες ιδέες, επιστήμη ή σημαντικές ημερομηνίες. Αφηναν όμως μονίμως απ' έξω τους ανθρώπους. Αυτούς τους ανθρώπους που βλέπαμε Πάσχα - καλοκαίρι στο χωριό να κρύβονται πίσω από τόνους σεμεδάκια ή αυτούς που όλο τον υπόλοιπο καιρό στην Αθήνα, μετά από πέντε ποτήρια κρασί άλλαζαν τον τρόπο που προφέρουν τα φωνήεντα. Το κενό αυτό, μάλλον αποτυχημένα, παλεύαμε να γεμίσουμε κατασκευάζοντας ιστορίες που μυρίζουν ανθρωπίλα και ίσως μια στάλα δέος. Τις φτιάχναμε, εφευρίσκοντας άκομψες πλάκες στον παράδρομο της Συγγρού ή παρακολουθώντας έντρομοι τους Πόντιους συμφοιτητές μας στην Κομοτηνή, να λένε πως η γιαγιά ενός απ' αυτούς, καθάριζε τα αυτιά της, χρησιμοποιώντας εφημερίδα, μέλι και ένα αναμμένο σπίρτο.
Σε κάποια γιορτή ήρθε σαν δώρο να γεμίσει το κενό, το βιβλίο με τίτλο «Τα σκοτεινά παραμύθια του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη». Εκεί νόμισα πως βρήκα υπαινιγμούς που απαντούσαν σε όλων των ειδών τις άκυρες ερωτήσεις, όπως ας πούμε στο γιατί μαζευόμασταν τα βράδια μπροστά στο κλειστό σχολείο του χωριού και σχεδόν τρομαγμένοι λέγαμε για τον δρόμο προς την Παναγία (δηλαδή το νεκροταφείο) ή τη μυθική Γουρούνα. Ο Παπαδιαμάντης αποδείχτηκε ότι δεν είχε σχέση με τη Σκιάθο, παρά ήταν συχωριανός μου. Μάλιστα, μοιραζόταν τα ίδια μυστικά με τον παππού του Γιάννη, που γνώριζε καλά τις υπέροχες νεράιδες που ζούσαν στο ποτάμι και έκρυβαν στον κόρφο τους ένα ποθητό και ζόρικο μαντήλι. Ο Παπαδιαμάντης ήξερε την Ε., στην οποία πήγαιναν ντόπιοι και ξένοι (καμιά φορά έρχονταν και απ' τον Καναδά) για να ρωτήσουν για το μέλλον. Εκείνη έκρυβε τα άσχημα νέα και εκκλησιαζόταν τακτικά.
Ο Παπαδιαμάντης εντέλει, εξηγούσε με ακρίβεια γιατί δεν αισθανόμουν δέος μπροστά στους γκρεμούς ή τις σφαίρες, αλλά μπροστά στις θείες που ψιθύριζαν ακατάληπτα λόγια και στα κορίτσια που χαμογελούσαν κρυφά απ' τη μάνα τους. Ο Παπαδιαμάντης απαντούσε όταν κάναμε τη μία και μοναδική ερώτηση: «Η Αγία ηδύνατο ίσως να με θεραπεύση, αλλά εγώ δεν επεθύμουν να θεραπευθώ. Θα επροτίμων να καίωμαι εις την φλόγαν την βραδείαν...»
* Νομικός, blogger

Η Δύση και η καθ’ ημάς Ανατολή

Κώστας Κουτσουρέλης*
Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη μνημονεύουμε για τους λόγους που μνημονεύουμε κάθε κορυφαίο συγγραφέα. Πρωτίστως, για όλα αυτά που το έργο του μας προσφέρει τόσο πλουσιοπάροχα: τη ρωμαλεότητα της περιγραφής, την ευαισθησία του βλέμματος, την ποικιλοχρωμία της έκφρασης, τον διάχυτο λυρισμό. Τα διηγήματά του είναι μια γιορτή της ελληνικής γλώσσας και την ίδια στιγμή ένας οδηγητικός μίτος μες σ' έναν κόσμο φαινομενικά παρωχημένο, αλλά ωστόσο μονίμως παρόντα. Κάτω απ' το καιρικό πέπλο των χαρακτήρων του βρίσκει κανείς, μόλις βαλθεί να το ανασηκώσει, αδρές και αναγνωρίσιμες φιγούρες, οικείες συμπεριφορές, ήθη και έθη ανεξίτηλα. Με δύο λόγια, βρίσκει ο καθένας μας ατομικά, συμπυκνωμένο όπως μόνο η λογοτεχνία το μπορεί, κάτι απ' τον ίδιο του τον εαυτό.
Ομως, Παπαδιαμάντη μνημονεύουμε και για έναν άλλο λόγο, εξίσου, μπορεί και περισσότερο βαρύνοντα. Οπως συμβαίνει με τους δημιουργούς που περιέρχονται στη μικρή εκείνη ομάδα των σημαδιακών, ο Παπαδιαμάντης είναι ένας από τους νοηματοδότες της νεότερής μας ταυτότητας, ένας από τους στυλοβάτες της συλλογικής μας αυτοκατανόησης. Το έργο του μας συναρπάζει επειδή εικονογραφεί όσο λίγα τη σταθερότερη απ' τις σταθερές του νεοελληνικού βίου, τη μόνιμη διελκυστίνδα ανάμεσα στη Δύση και στη δική μας, καθ' ημάς, Ανατολή. Και ό,τι αυτή συνεπάγεται. Η αμφιθυμία λ.χ. ανάμεσα στο άστυ και την ύπαιθρο, μεταξύ της αλληλέγγυας αλλά ασφυκτικής Κοινότητας και της απρόσωπης πλην ανεκτικής Κοινωνίας, μεταξύ της πίστης στην Πρόνοια απ' τη μια, και της πίστης στην Πρόοδο απ' την άλλη, όλα αποτυπώνονται ανάγλυφα στο έργο του.
Ο Παπαδιαμάντης, βέβαια, έχει κι αυτός τις προτιμήσεις του• συχνά παίρνει θέση. Γι' αυτό, κάποιοι τον είδαν σαν ιδεολογικό ταγό. Κάποιοι άλλοι, τον αναγόρευσαν εχθρό. Δεν έχει σημασία. Δική του νίκη, νίκη του συγγραφέα, είναι ότι και οι μεν και οι δε δεν σταματούν να τον διαβάζουν.
* Ποιητής, μεταφραστής

Η ουτοπία της κοινότητας

Χρήστος Μποκόρος*
Ακόμη με συνεπαίρνει έκπληξη και θαυμασμός, όταν η τέχνη σώζει το ελάχιστο της καθημερινής μας συνθήκης και το αξιώνει ως συλλογική αλήθεια στην αιωνιότητα. Δεν συμβαίνει βέβαια συχνά, δεν είναι το σύνηθες στην τέχνη, αλλά όταν συμβεί γαληνεύει απρόβλεπτα ο νους του ανθρώπου με τον αναστημένο κόσμο που αποκαλύπτεται μπροστά του. Αν ψάξεις, με εργαλεία λογικά, να εξηγήσεις το πώς, ο τρόπος διαφεύγει ασύλληπτος ή μοιάζει παράταιρος και λίγος, προφυλάσσοντας έτσι και τη χάρη από την επανάληψη. Οταν σκοντάφτουμε σε τέτοια έργα, η απαράμιλλη σαφήνεια με την οποία προβάλλουν, ακυρώνει τα επιχειρήματά μας, τους νόμους και τους κανόνες της τρέχουσας τέχνης. Αρδεύεται, υπόγεια, με νέο ρεύμα η διάθεσή μας, να προσδοκούμε νόημα ζωής στη σχέση μας με τις χαρές και τα βάσανα του μικρού μας τόπου. Να ονειρευόμαστε την ουτοπία της κοινότητας. Μια ουτοπία που είναι πιο κοντά μας κι από την ίδια την πραγματικότητα. Μια ουτοπία που βρίσκεται γύρω μας, αν τη δούμε και την αγαπήσουμε εντός μας. Αυτή την κατ' εξοχήν αλήθεια ανέδειξε το χάρισμα του Παπαδιαμάντη κι αυτήν μας κατέλειπε η αγάπη του, ζωή ολοζώντανη, στο έργο του. Κοινός ο τόπος για όλους, αλλά μοναδικός για τον καθένα, καταδικός του, ο τρόπος να τον υψώνει σε κοινότητα.
* Ζωγράφος

Μπου ντουνιά τσαρκ φιλέκ...

Μάνος Αχαλινωτόπουλος*
Ο δικός μου ο κυρ Αλέξανδρος είναι ο μάγος του ξεπεσμένου δερβίση, είναι εκείνος που μίλησε με τον πιο ποιητικό, μεταφυσικό και εν τέλει γιορταστικό τρόπο για τον ήχο, τη μουσική και την πνοή. Οταν λέω μεταφυσικό, εννοώ μετά της φύσεως, και όχι μετά τη φύση, γιατί στον κυρ Αλέξανδρο ο ήχος ο γιορτινός σού τρυπάει τα σωθικά, είναι ενσώματος ενώ «χορδίζει τα σύμπαντα», είναι βρώσιμος, αληθινός και της καρδιάς. Αυτός ο κυρ Αλέξανδρος, που την ευχή του να έχουμε, είναι αυτός που αγάπησε τον αλλότριο και τον ξένο πολύ πριν από τις ιδεολογίες. Είναι ο ίδιος που μαχόταν για την αγαπημένη του βυζαντινή μουσική και την ορθή εκφορά της, που είναι ο ίδιος αυτούσιος και υπερούσιος «ατμός» και «πάθος» και «μύρο» και «άχνη» και «μελωδία». Μια μελωδία ατέρμονη και μεθυστική, που άφησε πνευματικά της παιδιά τον Ταρκόφσκι και τον Βακαλόπουλο και άλλους πολλούς και σημαντικούς, και που θα λέει για πάντα σε πλάγιο του δευτέρου ήχο σαν κράτημα «κοσμικόν»: «αυτός ο κόσμος είναι σφαίρα και γυρίζει» (μπου ντουνιά τσαρκ φιλέκ...). Μια μελωδία που αγαπάει τους ποιητές, τους πλάνητες και τους ερωτευμένους, τα τρία στοιχεία που κυριαρχούν στο έργο και στον βίο του. Κόσμος-κόσμημα! Φτιαγμένος από τα χέρια του κυρ Αλέξανδρου. Πέτρες, δάση, σοκάκια και ακρογιάλια, όλα δικά του! Εκείνος ο ταπεινός Παπαδιαμάντης από την αγάπη του και την καρδιά του τον φύσηξε αυτόν τον κόσμο και έχει ανάλαφρη πνοή, είναι από μέσα φωτεινός και γι' αυτό για πάντα γιορτινός. Για πάντα γιορτινός!
* Μουσικός